iakovoskanakis.blogspot.gr
Του αρχιμ. Ιάκωβου Κονάκη
Στην σύγχρονη
κοινωνία μας εφαρμόζεται με διαφορετικό τρόπο η παραβολή του Χριστού με τα
ενενήντα εννέα πρόβατα και το απολεσθέν ένα. Δηλαδή ενώ ο Χριστός δίδαξε ότι
από τα εκατό πρόβατα της ποίμνης μόνο το ένα είχε χαθεί και πρέπει να
αναζητηθεί, σήμερα έχουν απομακρυνθεί τα ενενήντα εννέα και έχει παραμείνει το
ένα. Πράγματι, αναλογικά με τον πληθυσμό της χώρας είναι αρκετά μειωμένος ο
αριθμός των προσώπων, ειδικά των νέων, που εκκλησιάζονται.Έτσι, οι κληρικοί,
ως
διάδοχοι των αποστόλων, αγωνίζονται για το θέμα αυτό και επικεντρώνουν την
ποιμαντική τους μέριμνα σε δύο επίπεδα. Από την μια αναζητούν, όπου μπορούν και
όπως μπορούν, τους ανθρώπους που έχουν απομακρυνθεί από την Εκκλησία,
προκειμένου να τους προσελκύσουν και από την άλλη, προσπαθούν να διαφυλάξουν
και θρέψουν πνευματικά όσους συνειδητά μετέχουν στην εκκλησιαστική ζωή. Αυτό όμως
που πολλές φορές δημιουργεί προβλήματα είναι ότι όσοι με την θέλησή τους
προσέρχονται στις ενορίες τους δεν γνωρίζουν την Πίστη μας, τα δόγματα της
Εκκλησίας, τους Ιερούς Κανόνες, την Αγία Γραφή. Έχουν μια δική τους προσέγγιση
στα πράγματα με αποδοχή ή απόρριψη όσων δεν ταιριάζουν στον χαρακτήρα τους.
Χρέος μας απέναντί τους είναι η κατήχησή τους. Άλλωστε η πνευματική καθοδήγηση
και πορεία των χριστιανών είναι ορθή όταν στηρίζεται σε σωστή θεολογική βάση.
Στην γνώση και στο βίωμα. Όταν δεν συμβαίνει έτσι έχουμε παρεκτροπές και
παθογένειες με αποτέλεσμα για κάποιους η Πίστη να γίνεται κάτι που περισσότερο
μοιάζει με ειδωλολατρία και μαγεία.
Με αυτήν την σκέψη
προσπαθούμε να φέρουμε τα αγιογραφικά κείμενα της Εκκλησίας μας πιο κοντά στους
ανθρώπους παρουσιάζοντάς τα με τρόπο απλό και ευσύνοπτο και ελπίζουμε θελκτικό.
Έχοντας προσεγγίσει τα πρώτα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, έχουμε φθάσει στο
βιβλίο της Ρούθ, στο οποίο θα αναφερθούμε στο παρόν κείμενο.
Πρόκειται για μια
ιδιαιτέρως διδακτική διήγηση που ξεδιπλώνεται στα μόλις τέσσερα κεφάλαια του
ομωνύμου βιβλίου. Κύριο πρόσωπο της διήγησης είναι η Ρούθ, μια ευσεβής αν και
ειδωλολάτρισσα γυναίκα, η οποία προβάλλεται «ως φωτεινό παράδειγμα αφοσίωσης
στους δεσμούς της ισραηλιτικής οικογενείας και αμείβεται προς τούτο δαψιλώς από
το Θεό». Πριν καταγράψουμε συνοπτικά την διήγηση να αναφέρουμε ότι το
όνομα Ρούθ σημαίνει καλλονή ή φίλη, ότι δεν γνωρίζουμε τον συγγραφέα του
βιβλίου και ότι η χρονολόγηση της συγγραφής του τοποθετείται μεταξύ της
Δαβιδικής και της Μακκαβαϊκής εποχής.
Η διήγηση αναφέρει
ότι η Ρούθ ήταν μια νεαρή γυναίκα από την περιοχή της Μωάβ που αποκτά σύζυγο
ισραηλίτη. Βρισκόμαστε στην εποχή των Κριτών, κατά την οποία ο ισραηλίτης
Αβιμέλεχ εξαιτίας κάποιου λιμού στην Ιουδαία έχει απομακρυνθεί από την πατρίδα
του την Βηθλεέμ. Πηγαίνει για μια καλύτερη τύχη προς την Μωάβ, κοντά στον
Ιορδάνη, μαζί με την γυναίκα του Νωεμίν και τους γιούς του Μααλών και Χελαιών.
Δυστυχώς ενώ οι γιοι έχουν παντρευτεί τις Ορφά και Ρούθ πεθαίνουν χωρίς να
έχουν αποκτήσει παιδιά. Πεθαίνει επίσης και ο πατέρας τους. Η χήρα πλέον
Νωεμίν μετά το χτύπημα που έλαβε αποφασίζει να γυρίσει στην πατρίδα της αφού
πλέον ο λιμός δεν υφίσταται. Τότε, οι δύο νύφες της εκδήλωσαν την επιθυμία να
την συνοδεύσουν και να ζήσουν μαζί της. Η Νωεμίν τις προτρέπει με επιχειρήματα
να μείνουν στην χώρα τους και να συνεχίσουν την ζωή τους. Η Ορφά πείστηκε από
τους λόγους της πεθεράς της αλλά δεν έγινε το ίδιο με την Ρούθ, η οποία
αποφάσισε να μείνει μαζί της και μάλιστα να ασπασθεί και την ισραηλιτική θρησκεία.
Έτσι, πεθερά και νύφη, τον μήνα του θερισμού, οδοιπορούν προς την Βηθλεέμ. Η
Ρούθ αναζητά προς βρώση ό,τι είχε απομείνει στους αγρούς και εκεί
γνωρίζει το πρόσωπο που θα της πρόσφερε ευτυχία περισσή. Πρόκειται για τον
Βοόζ, έναν συγγενή του πεθερού της, ο οποίος έγινε το στήριγμά της. Η πεθερά
της χαίρεται για την εξέλιξη της γνωριμίας αυτής και προτρέπει τον Βοόζ να την
νυμφευθεί - αυτό όριζε ο λεϋιρατικός γάμος- αφού άλλωστε ήταν ο πιό κοντινός
συγγενής του άνδρα της. Πράγματι έγινε ο γάμος αυτός και από την ένωσή τους
γεννήθηκε ο Ωβήδ, ο παππούς του βασιλιά Δαβίδ.
Η Διδασκαλία του
βιβλίου
Το βιβλίο τονίζει την
εμπιστοσύνη των ανθρώπων στο Θεό. Τόσο η Νωεμίν όσο και η νύφη της φανερώνουν
ότι έχουν εμπιστευθεί την ύπαρξή τους και το μέλλον τους στο Θεό. Το έλεός Του
ζητά η Νωεμίν λέγοντας: « ποιῆσαι Κύριος μεθ᾽ὑμῶν ἔλεος». Προκαλεί
εντύπωση ότι αυτή η πίστη θα ήταν γεγονός απλό, φυσικό και δεδομένο για μια
πιστή ισραηλίτισσα αλλά όχι και τόσο για μια ειδωλολάτρισσα γυναίκα. Εδώ έχουμε
μια πορεία θυσιαστικής αγάπης ανθρώπου προς τον πλησίον του όπου μέσα από την
αγάπη αυτή γνωρίζει ο άνθρωπος τον αληθινό θεό. Σαν να καλεί ο Θεός την γυναίκα
αυτή λέγοντας της, με τον τρόπο του, ότι εσύ δεν γίνεται να είσαι μακριά μου.
Στην διήγηση λοιπόν του βιβλίου ο Θεός «κρύβεται» πίσω από τα γεγονότα και τις
καταστάσεις.
Πρέπει να σταθούμε στο γεγονός ότι από την μια μεριά ο συντάκτης του βιβλίου
πιστεύει στην μοναδικότητα του Θεού αλλά, από την άλλη, δεν ομιλεί
περιφρονητικά για τους θεούς των ειδωλαλατρών στην χώρα των Μωαβιτών. Εκτός αυτού διαγράφεται με
σαφήνεια ότι ο Θεός δεν περιορίζεται σε γεωγραφικά όρια ή ανθρώπινα
καλούπια. Η πρόνοιά Του αφορά σε όποιον τον επικαλείται και ζητά την προστασία
Του. Έτσι, ως πάνσοφος, παντογνώστης και παγκόσμιος Θεός ρυθμίζει την ιστορία
της ανθρωπότητας. Ενδιαφέρεται για κάθε ψυχή.
Ένα σχετικό θέμα για
τον «χαρακτήρα» του Θεού είναι η σχέση αγαθότητας και ευλογίας. Έτσι, η
ευλογία μετά τον λιμό αποτελεί σημείο ευαρέσκειας του Θεού όπως συμβαίνει και
με τον επιτυχημένο γάμο μετά την αυταπάρνηση της Ρούθ. Σε αυτά τα περιστατικά
αλλά και σε άλλα πολλά, που απαντούν στην Βίβλο, γίνεται φανερή η επέμβαση του
Θεού στην πορεία των γεγονότων, η οποία όμως εξυπηρετείται μέσω ανθρώπων.
Τέλος, το βιβλίο Ρούθ μας μιλά για τον ιδανικό τρόπο σχέσεως μεταξύ των
ανθρώπων. Η αγάπη έως θυσίας για τον πλησίον αποτελεί την πεμπτουσία της πίστης
στο Θεό. Η διάθεση προσφοράς στον διπλανό είναι αυτό που «συγκινεί» το Θεό και
τον κάνει να προσφέρει πλούσια την ευλογία Του. Μια τέτοια κοινωνία μοιάζει
σήμερα ουτοπική αλλά είναι σε όλους μας τόσο ποθητή. Μια τέτοια κοινωνία όμως
αποτελεί παράδεισο επί της γης!
* Ο ενδιαφερόμενος
για την ερμηνευτική μελέτη του βιβλίου μπορεί να ανατρέξει στους: Ωριγένη (PG. 12, 989-990) και Θεοδώρητο
Κύρου (PG.80,
517-528).
Δημοσίευση σχολίου