π. Ιερώνυμος Mayilyan
Εφημέριος Ι. Ν. Αγ. Γεωργίου (Χατζηκώστα)
(Παρεκκλήσιο Ι. Ν. Αγ. Ασωμάτων Θησείου)
Πριν αρχίσω την
παρουσία του θέματος θα ήθελα να ευχαριστήσω εκ βαθέων τον σεβαστό και
αγαπητό π. Βασίλειο Βολουδάκη τον οποίο έχω την χαρά και ευλογία να γνωρίσω
τελευταία, ιδίως στο πλαίσιο του σεμιναρίου της Εξομολογητικής, που οργανώνει
το Ίδρυμα Ποιμαντικής Επιμορφώσεως της Ι. Αρχιεπισκοπής Αθηνών.
Ο π. Βασίλειος από την πρώτη στιγμή της γνωριμίας μας μου έδειξε την αγάπη του και μόλις πληροφορήθηκε για το παρελθόν μου, ιδίως για την επιστροφή μου από τη πλάνη και αίρεση του Μονοφυσιτισμού στην Αλήθεια του Χριστού, την Ορθοδοξία, αμέσως μου έκανε την πρόταση να γράψω κάποιο κείμενο, παρουσιάζοντας μια συνοπτική ιστορία της πατρίδας μου της Αρμενίας και να αναφερθώ ιδίως στην πίστη των Αρμενίων.
Είναι η πρώτη φορά, που μου δίνεται αυτή η ευκαιρία να συμμετάσχω με αυτό το ειδικό θέμα στο επίκαιρο και πλούσιο περιεχόμενο του περιοδικού «Ενοριακή Ευλογία», του Ι. Ν. Αγ. Νικολάου Πευκακίων.
Στο μικρό μου αυτό άρθρο δεν παρουσιάζω μια συστηματική ιστορία της Αρμενίας. Δεν είναι αυτός ο σκοπός μου. Θα αναφερθώ, όμως, σε τρεις κυρίως χρονολογίες (301, 406 και 451 μ.Χ.) και στα γεγονότα που συνδέονται με αυτές και είναι βαρυσήμαντες για την ιστορία της Αρμενίας και μας ενδιαφέρουν εδώ άμεσα.
Για να έχει ο αγαπητός μας αναγνώστης του Περιοδικού «Ενοριακή Ευλογία» μια γενική εικόνα του τόπου και της έκτασης της ιστορικής και σημερινής Αρμενίας, θα πούμε τα λίγα που ακολουθούν.
Στο Μηναίο του μηνός Σεπτεμβρίου διαβάζουμε: «Τη Λ΄ του αυτού μηνός μνήμη του αγίου ιερομάρτυρος Γρηγορίου της Μεγάλης Αρμενίας...». Σήμερα δεν υπάρχει η Μεγάλη Αρμενία, η οποία είχε γεωγραφική έκταση άνω των 300.000 m². Η τωρινή Δημοκρατία της Αρμενίας κυριαρχεί μόνο στα 29.800 m² γεωγραφικά εδάφη, τα οποία είναι λιγότερα από το 1/10 της ιστορικής Αρμενίας χωρίς το Ναγκόρνο (=Ορεινό) Καραμπάχ, στο οποίο θα αναφερθούμε σε μια άλλη ευκαιρία.
Η Μεγάλη Αρμενία, πριν να κατακτηθεί από τους Οθωμανούς, περιελάμβανε ένα σημαντικό μέρος των εκτάσεων της Μικράς Ασίας ή σημερινής ανατολικής Τουρκίας με κοινά σύνορα με την Καππαδοκία1, τον Πόντο, την Ασσυρία, την Γεωργία, την Αλβανία του Καυκάσου, την Περσία, την Μικρή Αρμενία και άλλες κατά καιρούς χώρες και εκτείνετο μέχρι την Κασπία θάλασσα. Ενώ η σημερινή Αρμενία περιορίζεται στο Νότιο Καύκασο, σ’ ένα πολύ μικρό κομμάτι της ιστορικής της έκτασης και συνορεύει ανατολικά με την Τουρκία, δυτικά με το Αζερμπαϊτζάν, βόρεια με την Γεωργία και νότια με το Ιράν.
Ούτε λίγο ούτε πολύ, πρόκειται για την δεύτερη κοιτίδα της ανθρωπότητας, κατά την Βιβλική διήγηση, αφού μετά τον κατακλυσμό, που επέτρεψε ο Θεός για την αμαρτία του κόσμου, «...εκάθισεν η κιβωτός εν μηνί τω εβδόμη, εβδόμη και εικάδι του μηνός, επί τα όρη τα Αραράτ» (Γεν. 8,4), απ’ όπου και αρχίζει μια νέα ιστορία της ανθρωπότητας. Μέχρι σήμερα υπάρχουν γεωγραφικοί τόποι, των οποίων οι ονομασίες άμεσα ή έμμεσα σχετίζονται με τον ίδιο τον Νώε. Όπως π.χ. η πρώτη κατοικία της ευλογημένης οικογένειας ονομάστηκε από τον Νώε Nakhijevan, δηλαδή «πρώτη κατοικία», ή το όνομα της σημερινής πρωτεύουσας της Αρμενίας Yeravan σημαίνει «τόπος εμφανίσεως».
Έτσι, μετά τον κατακλυσμό, ξαναρχίζει η ιστορία των εθνών από τους τρεις γιούς του Νώε, οι οποίοι διασκορπίστηκαν ανά την οικουμένη κυρίως μετά τον πύργο της Βαβέλ και την σύγχυση των γλωσσών.
Ένας από τους αρχαίους αρμενικούς θρύλους αναγνωρίζει ως προπάτορα των Αρμενίων τον Χάϊκ, ο οποίος ήταν ένας από τους γιούς του Torgom (=Θοργάμα), γιού του Γάμερ, γιού του Ιάφεθ. Ο Ιάφεθ ήταν τρίτος γιός του Νώε (βλ. Γεν.10, 1-3).
Το κήρυγμα του Ευαγγελίου του Κυρίου μας Ιησού Χριστού στην Αρμενία συνδέεται αρχικά με τα ονόματα δύο Αποστόλων Του «εκ των Δώδεκα», του Θαδδαίου και του Βαρθολομαίου. Ο Θαδδαίος, αδελφός του Ιακώβου (Ματθ. 10.1-3, Μαρ. 3.13-19) μαρτυρείται ότι κήρυξε στην Αρμενία από το 43-66 μ.Χ και μαρτύρησε στην κωμόπολη Shavarshavan της επαρχίας Artaz (σήμερα στο βόρειο Ιράν). Ο Απόστολος Βαρθολομαίος κήρυξε στην Αρμενία από 60-68 μ.Χ. και μαρτύρησε στην πόλη Ourbanos (σήμερα στην Ανατολική Τουρκία). Οι Απόστολοι φυσικά ίδρυσαν τις πρώτες χριστιανικές κοινότητες.
Αλλάζει εντελώς το σκηνικό στην Αρμενία στις αρχές του Δ΄ αι. με πρωταγωνιστή και Ισαπόστολο τον Γρηγόριο Πέρση (=άγ. Γρηγόριος ο Φωτιστής). Ο Αρμένιος βασιλιάς Tiridat ο Γ΄ (=Τιριδάτης (287- 330 περίπου)) το 287 είχε τιμωρήσει αυστηρά τον Γρηγόριο2, πρώτα, επειδή εκείνος δεν ήθελε να θυσιάσει στην θεά Anahit ως ένδειξη ευγνωμοσύνης μετά την νίκη του κατά των Περσών, και κατόπιν, όταν έμαθε ο Τιριδάτης την καταγωγή του, ότι ήταν δηλαδή ο γιός του Anak του Πέρση, φονιά του πατέρα του βασιλιά Xosrov Α΄ (211-259). Για να τον εκδικηθεί, ο Τιριδάτης έριξε στο πηγάδι του Xor Virap3, που ήταν προωρισμένο για τους καταδικασμένους σε θάνατο.
Στο πηγάδι αυτό παρέμεινε ο Γρηγόριος 13 (κατά μερικούς 15) ολόκληρα χρόνια! Φυσικά με θαυμαστό τρόπο και με θεϊκή παρηγοριά μπορούσε κανείς να παραμείνει ζωντανός σ’ ένα τέτοιο τόπο. Μια χήρα κρυφά του έριχνε ένα κομμάτι ψωμί καθημερινά και η παρουσία ενός Αγγέλου ενεθάρρυνε τον εκλεκτό μάρτυρα του Χριστού και τον ετοίμαζε για την μεγάλη αποστολή του να γίνει φωτιστής ενός λαού.
Στην αρχή της βασιλείας του ο Τιριδάτης ήταν φιλικά διατεθειμένος προς τους χριστιανούς υπηκόους του, αλλά μετά επηρεάστηκε από τον Διοκλητιανό στράφηκε εναντίον τους με διωγμούς και μαρτύρια. Έτσι εξηγείται και η στάση του απέναντι στους διωκομένους από τον Διοκλητιανό, όπως στην ομάδα παρθένων με επικεφαλής την Γαϊανή, που ήταν η καθηγουμένη και την Ριψιμία (μνήμη στις 30 Σεπ. με τον άγ. Γρηγόριο τον Φωτιστή). Μετά τον μαρτύριο των 32 παρθένων στην πόλη Vagarshapat, ο Τιριδάτης και οι αυλικοί συνεργάτες του αρρωσταίνουν και σε λίγες μέρες ουσιαστικά δαιμονίζονται. Η αδελφή του Τιριδάτη, η Xosrovidoukht (=θυγατέρα του Xosrov), η οποία δεν συμφωνούσε με την στάση του αδελφού της έναντι των χριστιανών, σ’ αυτό το διάστημα ακριβώς βλέπει ένα όραμα επαναλαμβανόμενο 5 φορές, σύμφωνα με το οποίο τους δαιμονιζόμενους μπορούσε να θεραπεύσει μόνον ο Γρηγόριος. Έτσι εξέρχεται ο Γρηγόριος από το πηγάδι και θεραπεύει όλους τους δαιμονιζόμενους!
Από εδώ και στο εξής ο ήδη θεραπευμένος βασιλιάς σταματάει τους διωγμούς, ένα μεγάλο κομμάτι του λαού του ευαγγελίζεται από τον ίδιο τον Γρηγόριο και βαπτίζεται. Και όχι μόνο αυτό$ ο Τιριδάτης ανακηρύσσει τον Χριστιανισμό ως επίσημη θρησκεία της βασιλείας του4 το 301μ.Χ5 και με την άμεση συμπαράστασή του, ο άγ. Γρηγόριος αναδιοργανώνει την επίσημη πλέον Εκκλησία της Αρμενίας, της οποίας και καθίσταται πρώτος επίσκοπος (=καθολικός). Επειδή ο Γρηγόριος δεν ήταν ιερεύς, με τιμές και βασιλική πομπή οδηγείται στην Καισάρεια, όπου και χειροτονήθηκε επίσκοπος από τον αρχιεπίσκοπο Καισαρείας άγ. Λεόντιο και πλέον ως επίσκοπος εγκαθίσταται στο Vagarshapat (σήμερα Echmiadzin) ως συνεχιστής του έργου των αγίων Αποστόλων Θαδδαίου και Βαρθολομαίου.
Εδώ πρέπει να τονίσω ότι η λατρεία στην Εκκλησία της Αρμενίας μέχρι στις αρχές του Ε΄ αι. γινόταν ως επί το πλείστον στα Ελληνικά αλλά και στα Συριακά, κυρίως στις ανατολικές της περιοχές. Η ανάγκη της κατανόησης της λατρείας και, κυρίως, της Αγίας Γραφής, από τον απλό λαό οδήγησαν τον βασιλιά Vramshapuh και τον Καθολικό άγ. Sahak (=Ισαάκ) να σκεφθούν λύσεις του προβλήματος. Έπρεπε να μεταφρασθούν τα ιερά κείμενα στην γλώσσα του λαού.
Η Αρμενική γλώσσα ως προφορική παράδοση υπήρξε από πολύ νωρίς, αλλά δεν είχε γραπτή μορφή. Το ποθητό και δύσκολο έργο της δημιουργίας του αρμενικού αλφαβήτου ετέθη στους ώμους του Mesrop Mashtoc, ενός λογίου ασκητού κληρικού, με άριστη ελληνική παιδεία. Έτσι, μετά από πολλές περιοδείες στα γνωστά κέντρα της εποχής (Αμίντ, Έδεσσα της Συρίας, Σαμόσατα) ο Mesrop Mashtoc με κάποιους μαθητές του, μετά από θεία αποκάλυψη, το έτος 406 δημιούργησε το αρμενικό αλφάβητο με 36 γράμματα6. Η πρώτη φράση, που μεταφράστηκε στα αρμενικά, ήταν το «Γνώναι σοφίαν και παιδείαν, νοήσαι τε λόγους φρονήσεως (Παροιμ. 1.2)». Αμέσως μεταφράζεται η Αγία Γραφή, πρώτα από τα συριακά και μετά ολοκληρώνεται από τα ελληνικά. Κατόπιν μεταφράζονται τα λατρευτικά βιβλία, έργα των Ελλήνων Πατέρων (Αποστολικοί Πατέρες, Μέγας Αθανασιος, Καππαδόκες κ.ο.κ ) και των φιλοσόφων (Πλάτωνος, Αριστοτέλη κ.λ.π). Ο Ε΄ αι. για τον αρμενικό πολιτισμό θεωρείται ο «χρυσούς αιών».
Φθάνουμε στο 451 μ.Χ. Για την Αρμενία και το λαό της μια πολύ σημαντική χρονολογία. Οι Αρμένιοι καλούνται να υπερασπισθούν την πίστη τους στον Χριστό ενώπιον των αλλοθρήσκων. Οι Πέρσες με επικεφαλής τον βασιλιά τους Ισδιγέρδη Β΄ (438-457) θέλουν να επιβάλλουν τον Ζωροαστρισμό (=πυρολατρεία) στην Αρμενία7. Οι Αρμένιοι ήδη είχαν αρνηθεί μια τέτοια πρόταση του Πέρση βασιλιά Σαπώρ του Β΄ (310-378) νωρίτερα και είχαν υπερασπισθεί με μάχη την πίστη τους το 339 με επικεφαλής τον στρατάρχη Vache Mamikonyan. Η δεύτερη μάχη υπέρ της πίστεως παίρνει πιο μεγάλες διαστάσεις το Μάϊο του 451. Αυτή τη φορά στο Avarayr, με επικεφαλής το στρατάρχη Bardan Mamikonyan, οι Αρμένιοι απέδειξαν στον αλλόθρησκο κατακτητή, ότι η πίστη του Χριστού είναι η ζωή τους και δεν μπορεί κανείς να τους την αφαιρέσει, όσο δυνατός και αν είναι. Η μνήμη των ηρωϊκώς πεσόντων μαρτύρων (1036) υπέρ της Πίστεως καθιερώθηκε αργότερα ως εορτή στην Εκκλησία της Αρμενίας.
Το δεύτερο σημαντικό γεγονός το 451 συνδέεται με την Δ' Οικουμενική Σύνοδο. Να πούμε επιγραμματικά ότι η Σύνοδος συγκλήθηκε για να αντιμετωπίσει τον Μονοφυσιτισμό, την αίρεση του Ευτυχούς, ο οποίος πίστευε, ότι ο Χριστός μετά την ενανθρώπηση δεν έχει πλέον δύο φύσεις, αλλά μόνο μια, την Θεία, μέσα στην οποία διαλύθηκε η ανθρώπινη φύση και απορροφήθηκε από την θεότητα Του, σαν σταγόνα στον ωκεανό. Η διδασκαλία αυτή του Ευτυχούς ήταν επικίνδυνη για την σωτηρία του ανθρώπου και έπρεπε να αντιμετωπισθεί συνοδικώς.
Στον Μονοφυσιτισμό κατάντησε ο Ευτυχής από μια ακραία ερμηνεία της Χριστολογίας του αγ. Κυρίλλου Αλεξανδρείας, του οποίου ήταν συνεργάτης στον αγώνα του εναντίον του Νεστοριανισμού. Η διδασκαλία του Νεστορίου καταδικάστηκε από την Γ΄Οικουμενική Σύνοδο της Εφέσου (431) με πρωταγωνιστή και πρόεδρο της Συνόδου τον άγιο Κύριλλο Αλεξανδρείας. Ο Νεστόριος πίστευε, ότι υπάρχουν δύο διαφορετικά πρόσωπα στο Χριστό, εφ’ όσον έκανε διαχωρισμό των δύο φύσεων του Κυρίου (της θείας και της ανθρωπίνης) και δεχόταν, ότι οι φύσεις έχουν ενωθεί «ηθικώς» μόνο. Κατά τον Νεστόριο υπάρχουν δύο Χριστοί, ο Υιός και Λόγος του Θεού και ο Υιός του ανθρώπου, ο Ιησούς, και ότι η Μαρία γέννησε μόνο τον άνθρωπο Χριστό και οπωσδήποτε όχι τον Θεό Λόγο. Άρα, έλεγε ο Νεστόριος, δεν μπορούμε να αποκαλούμε την Μαρία Θεοτόκο, αλλά «ανθρωποτόκο» ή «Χριστοτόκο». Η Δ' Οικοιμενική Σύνοδος με το Χριστολογικό της Όρο ουσιαστικά αντιμετώπισε όχι μόνο τον Μονοφυσιτισμό, αλλά απέκλεισε και τον Νεστοριανισμό. Έτσι ο Χριστός, κατά την Σύνοδο της Χαλκηδόνας, έχει δύο φύσεις, οι οποίες «ασυγχύτως», «ατρέπτως» αχωρίστως και «αδιαιρέτως» έχουν ενωθεί στην υπόσταση του Θεού Λόγου (καθ’ υπόστασιν ένωσις).
Συνήθως υποστηρίζεται από μια σημαντική μερίδα των Αρμενίων μελετητών, κυρίως ιστορικών, ότι στη Σύνοδο της Χαλκηδόνας δεν μπορούσαν να συμμετάσχουν οι Αρμένιοι λόγω της μεταπολεμικής κατάστασης, που είχε επέλθει στην χώρα μετά από τον σφοδρό αγώνα τους κατά της περσικής εισβολής. Δεν είναι όμως έτσι τα πράγματα8. Δεν αποτελεί άλλωστε αυτό δικαιολογία για τη μη αποδοχή της Συνόδου. Είναι γεγονός, ότι οι Αρμένιοι δεν συμμετείχαν ουσιαστικά ούτε στις δύο προηγούμενες Οικουμενικές Συνόδους της Κωνσταντινουπόλεως (381) και της Εφέσου (431), αλλά αποδέχθηκαν τις Αποφάσεις των, επειδή, όπως αναφέρουν οι πηγές, δεν βρήκαν τίποτε, που να αντίκειται στην πίστη τους.
Οι Αρμένιοι παραμένουν στην ορθή πίστη των Πατέρων και των Οικουμενικών Συνόδων μέχρι να αρνηθούν οριστικά, στην δεύτερη σύνοδο του Ντβίν9 (553-555), το Χριστολογικό δόγμα της Χαλκηδόνας και έτσι να αποκοπούν από το Σώμα της Εκκλησίας του Χριστού. Και εδώ σταματάει η Ορθοδοξία της Αρμενικής Εκκλησίας10.
Βασικά, παρερμηνεύουν την διδασκαλία του αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας και τη φράση του «μια φύσις του Λόγου σεσαρκωμένη» και υποστηρίζουν ότι μετά την ένωση των δύο φύσεων υπάρχει μια ενωμένη φύση στο Χριστό και έτσι καταλήγουν σε μια «σύνθετη φύση». Αυτό δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό από τους Πατέρες της Εκκλησίας, επειδή ο όρος «σύνθετος φύσις» σημαίνει ότι χάνουν τα ιδιώματα οι δύο φύσεις που ενώνονται. Ακόμα και σήμερα οι Αρμένιοι θεολόγοι υποστηρίζουν ότι, λέγοντας «μια φύση», η Αρμενική ‘‘εκκλησία’’ εννοεί την «άρρηκτη ένωση των δύο φύσεων».
Γιατί όμως το μεγαλύτερο μέρος της Αρμενικής ‘‘εκκλησίας’’ δεν δέχθηκε την Δ΄Οικουμενική Σύνοδο; Επειδή:
α. κατ’ επίδρασιν των ήδη μονοφυσιτών Σύρων πίστευαν, ότι με την Σύνοδο της Χαλκηδόνας αναβίωσε ο Νεστοριανισμός.
β. ερμήνευσαν –και ακόμα δυστυχώς συνεχίζουν να ερμηνεύουν– λανθασμένα την Χριστολογία του αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας και ιδίως την γνωστή του φράση «μια φύσις του Λόγου σεσαρκωμένη»11.
γ. αγνόησαν τον «Όρο των Διαλλαγών» (433) μεταξύ του αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας και Ιωάννη Αντιοχείας. Αυτό το τελευταίο έχει τεράστια σημασία για όλη την μετέπειτα αντιχαλκηδόνια-μονοφυσιτική πορεία της Αρμενικής ‘‘εκκλησίας’’.
Λεπτομερή ανάλυση δεν θα κάνω εδώ. Αν χρειασθεί θα δούμε στο μέλλον. Να τονίσω όμως, ότι οι μονοφυσίτες Αρμένιοι έχουν μια ιδιάζουσα μορφή Χριστολογίας, επειδή αρνήθηκαν να δεχθούν την διδασκαλία του Σεβήρου Αντιοχείας και τον καταδίκασαν ως αιρεσιάρχη στην αρμενο-συριακή ενωμένη σύνοδο του Manazkert (726). Επίσης δεν αναγνωρίζουν τον Διόσκορο ως «άγιο».
Όλες οι άλλες θεωρίες, που στηρίζονται στις πολιτικές σκοπιμότητες12 της μη αποδοχής της Χαλκηδόνας από τους Αρμενίους, ναί μεν μαρτυρούνται στις πηγές, αλλά δεν συνέβαλαν στην οριστική απόφαση.
Οι προσπάθειες των βυζαντινών για την ένωση της αποκομμένης ήδη Αρμενικής ‘‘εκκλησίας’’ με την Ορθόδοξη Εκκλησία δεν έφεραν καρπούς, όπως και οι ανεπίσημοι (1964, 1967,1970 και 1971) και οι επίσημοι διάλογοι (1985, 1989, 1990 και 1993) του 20ου αι. μεταξύ Ορθοδόξων και Αντιχαλκηδονίων.
Πρώτη φορά γραπτώς σημειώνω και τονίζω την προσωπική μου άποψη και –γιατί όχι– και την εμπειρία μου για τα θέματα της πίστεως, κατ’ ακρίβειαν του δόγματος της Ορθοδόξου Εκκλησίας και της εν γένει Παραδόσεως Αυτής ως δόγματος Αληθείας και τρόπου ζωής, σε σχέση με την πίστη της Αρμενικής ‘‘εκκλησίας’’.
Όποιος αμερόληπτα, απροϋπόθετα και αντικειμενικά μελετήσει τα κείμενα (δογματικά και μη) της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας και της Αρμενικής παραδόσεως, από το σχίσμα (ουσιαστικά και οριστικά μετά το 553-555 μ.Χ. της συνόδου του Ντβίν) έως και σήμερα, δεν μπορεί να μην αντιληφθεί που βρίσκεται η αλήθεια και τι ουσιαστικά πρεσβεύει κάθε πλευρά. Δεν μπορεί να μην αντιληφθεί το χάσμα ερμηνείας του Χριστολογικού δόγματος μεταξύ Ορθοδοξίας και Αρμενικής παραδόσεως. Το γράφω και τονίζω αυτό με υπευθυνότητα γνωρίζοντας καλά την ζωή και την θεολογία της Αρμενικής ‘‘εκκλησίας’’.
Τελειώνοντας αυτό το μικρό μου άρθρο θα ήθελα να καταθέσω τη γνώμη μου επί του θεολογικού διαλόγου μεταξύ Ορθοδόξων και Αντιχαλκηδονίων Μονοφυσιτών, ότι όχι μόνο οι Ορθόδοξοι, με συνεχείς, δυστυχώς, υποχωρήσεις στην πίστη, όχι μόνο δεν βοήθησαν τους αδελφούς μας να καταλάβουν την βασική και οντολογικώς αληθινή και αμετάκλητη Χριστολογία των Οικουμενικών Συνόδων, της Δ΄ και ΣΤ΄ , αλλά και της συνόλου Παραδόσεως και ζωής της Εκκλησίας, η οποία απορρέει φυσικά από τα σωτήρια δόγματα, αλλά μάλλον τους οδήγησαν στο μεγάλο αδιέξοδο της λεπτής και πολλές φορές ανεπανόρθωτης εκ δεξιών πλάνης.
Κλείνοντας, θέτω μερικές παρατηρήσεις και προβληματισμούς.
1. Μήπως είναι τυχαίο, ότι μετά την οριστική άρνηση της Δ΄και των λοιπών Οικουμενικών Συνόδων (=άρνηση Ορθοδοξίας και κατ’ επέκτασιν ορθοπραξίας) σταδιακά έπαυσε να υφίσταται στην Ανατολική κυρίως Αρμενία13 ο ασκητικός και κυρίως ο ησυχαστικός μοναχισμός, που έχει σκοπό τον αγιασμό και τη θέωση, όπως παρατηρούμε από την αρχή της οργανωμένης Μοναχικής Πολιτείας (Δ΄ αι.) έως και σήμερα στην Ορθόδοξη Εκκλησία;
Σημειωτέον ότι η Ανατολική Αρμενία, σχεδόν πάντοτε μετά την άλωση της βασιλείας των Bagratouni (885-1045), εξ’ ολοκλήρου βρισκόταν υπό τον έλεγχο αλλοθρήσκων (Οθωμανών και Περσών) από την μια και αυστηρών αντιχαλκηδονίων14 μονοφυσιτών από την άλλη. Η στάση αυτή είναι αντίθετη από αυτήν των δυτικών περιοχών της Αρμενίας, οι οποίες άμεσα και έμμεσα επικοινωνούσαν με τους βυζαντινούς και έτσι είχαμε όχι μόνο Ορθόδοξες επαρχίες με αρμενικό πληθυσμό κατά το πλείστον (π.χ. στη Θεοδοσούπολη) και μοναστικές αδελφότητες, αλλά και αγίους αρμενικής καταγωγής (καταγεγραμμένους ή μη) στο ορθόδοξο εορτολόγιο και στους Συναξαριστές π.χ ο Μέγας Ευθύμιος (20 Ιαν.). Οι άγιοι που δεν γιορτάζονται επίσημα στην Ορθόδοξη Εκκλησία, αλλά ήδη ήταν στο αρμενικό εορτολόγιο, δεν είναι και λίγοι και μάλιστα εξέχουσες προσωπικότητες, όπως σχεδόν όλα τα μέλη της οικογένειας του Γρηγορίου Φωτιστή, όπως οι δύο γιοί του ο αγ. Αριστακές και ο αγ. Βροτανές μέχρι τον αγ. Σαχάκ.
2. Ποιός ισχυρίζεται ότι τον 20΄ αι. ενδιέφερε σοβαρά τη διοίκηση της Αρμενικής ‘‘εκκλησίας’’, ο θεολογικός διάλογος, εκτός ελαχίστων μεμονωμένων φωνών, όπως του Αρχιεπισκόπου Tiran Nersoyan. Προσωπικά δεν τον γνώρισα. Γνωρίζω όμως από κάποια γραπτά του, ότι ήθελε πολύ την ένωση, βάσει του Χριστολογικού δόγματος των Δ΄ και ΣΤ΄ Οικουμενικών Συνόδων.
3. Πού υπάρχουν στην Αρμενική γλώσσα τα κείμενα των κοινών Δηλώσεων του διαλόγου για να ενημερωθεί ο λαός για το σοβαρό αυτό θέμα και να πει την γνώμη του; Πριν 6-7 χρόνια έψαχνα τα κείμενα των Δηλώσεων στα Αρμενικά για να μελετήσω σχετικά με το θέμα για μια πανεπιστημιακή μου εργασία και δεν βρήκα τίποτε πουθενά(!) ενώ η τελευταία κοινή Δήλωση είχε γίνει το 1993 στο Σαμπεζύ και η τελευταία επίσημη συνάντηση μεταξύ Ορθοδόξων και Αντιχαλκηδονίων έγινε το 1998 στη Δαμασκό. Έτσι έπρεπε να ενημερωθεί ο αρμενικός λαός και ιδίως οι ενδιαφερόμενοι;
4. Μήπως είναι τυχαίο, ότι σήμερα δεν υπάρχουν στα Αρμενικά ούτε καν τα Πρακτικά των αποφάσεων των τριών πρώτων Οικουμενικών Συνόδων; Ή μήπως είναι τυχαίο ότι δίνεται στις αποφάσεις αυτές μια πολιτικοφιλοσοφική ερμηνεία;
5. Μήπως είναι πάλι τυχαίο, ότι με την άρνηση των Συνόδων η Αρμενική ‘‘εκκλησία’’ καταντάει μια εθνοφυλετική ομολογία στην οποία προστίθενται καινοτομίες όπως η χειροτονία και το χρίσμα του Αρμενίου καθολικού15 και η χρήση του αζύμου κατά την τέλεση της Θείας Ευχαριστίας;
6. Μήπως είναι τυχαίο, ότι δεν τελείται ουσιαστικά το μυστήριο της Μετανοίας (=εξομολόγηση16) και έπαψαν αιώνες τώρα τα κωλύμματα της ιερωσύνης;
Μπορούν να προστεθούν ακόμα πολλά «μήπως», αλλά για την ώρα θέλω να σταματήσω εδώ...
Οι προσωπικές μου μαρτυρίες (και όχι μόνο δικές μου) στο μέλλον θα καταγραφούν πιο επιστημονικά και με ανάλογες παραπομπές και σημειώσεις για να μπορέσουμε να βοηθήσουμε πρώτα τους συμπατριώτες μας, πολλοί από τους οποίους όντως ψάχνουν κάτι αληθινό και γνήσιο στην πίστη και δεν είναι αυτοί λίγοι, που επιστρέφουν στην Ορθοδοξία, κυρίως στην Ρωσία και Γεωργία, αλλά και τους Ορθοδόξους θεολόγους που όντως θέλουν την ένωση, να αγωνισθούν υπέρ μίας ενώσεως αληθινής και όχι σύνθεσης με τους Μονοφυσίτες, όπως πολύ ορθά παρατηρούν αρκετοί ορθόδοξοι θεολόγοι (π.χ ο Παναγιώτης Ι. Μπούμης, Ομότ. Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών στο βιβλίο του «Η ένωση (όχι σύνθεση) με τους Μονοφυσίτες» εκδ. Αρμός 2007).
1. Σημειωτέον ότι οι Έλληνες και οι Αρμένιοι ζούσανε πλάϊ-πλάϊ πάνω από 40 αιώνες: άλλοτε φιλικά και αδελφικά διατεθειμένοι ο ένας στον άλλο με συνεργασία, αλληλοκατανόηση και αλληλοβοήθεια κατά του κοινού εχθρού, όπως οι Ρωμαίοι, Πέρσες, Άραβες, Μογγόλοι και Τούρκοι, αλλά και άλλοτε τα ξένα και δικά τους συμφέροντα τους κάνανε εχθρούς είτε σε πολιτικό επίπεδο στην αρχαιότητα, είτε σε πολιτικό-εκκλησιαστικό επίπεδο κυρίως στο Βυζάντιο μετά την Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο της Χαλκηδόνας είτε σε πολιτικό-εκκλησιαστικό επίπεδο κυρίως στο Βυζάντιο μετά την Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο της Χαλκηδόνας.
2. Ο Γρηγόριος ήδη είχε βαπτισθεί στην Καισάρεια από μικρή ηλικία. Στο παλάτι του Αρμενίου βασιλιά Τιριδάτη είχε σπουδαία θέση, παρ’ όλο που ήταν χριστιανός.
3. Και σήμερα υπάρχει το πηγάδι αυτό ως τόπο πια προσευχής και προσκύνησης, αγιασμένο με τον αγώνα του αγ. Γρηγορίου.
4. Δεν θα μιλήσω εδώ για τις αρνητικές πλευρές αυτής της πράξεως για την ζωή της Εκκλησίας ανά τους αιώνες (ανάμιξη του κράτους στα εσωτερικά και δογματικά ακόμα ζητήματα της Εκκλησίας πολλές φορές με οδυνηρά αποτελέσματα για την ίδια την Εκκλησία) με τα δικά μας κριτήρια σήμερα. Τότε τέτοιες πράξεις θεωρούνταν μια νίκη της Εκκλησίας κ.τ.λ.
5. Σημειωτέον, ότι στο Βυζάντιο μόνο στο τέλος του Δ΄ αι. ο Χριστιανισμός κηρύχτηκε ως επίσημη θρησκεία του κράτους επί αυτοκράτορα Θεοδοσίου. Ενώ ο Μέγας Κωνσταντίνος με το γνωστό διάταγμα των Μεδιολάνων (313) αναγνωρίζει τον Χριστιανισμό ως μια από τις θρησκείες της Αυτοκρατορίας του (ανεξιθρησκία).
6. Είναι χαρακτηριστικό, ότι με το πρώτο γράμμα του αρμενικού αλφαβήτου αρχίζει η λέξη Astvadz(=Θεός) και με το τελευταίο η λέξη Qristos (=Χριστός).
7. Η πολιτική αυτή των Περσών είχε βασικό στόχο μέσω της επιβαλλόμενης θρησκείας να αποκόψουν την Αρμενία από την Δύση, δηλαδή από το Βυζάντιο και έτσι να έχουν ένα πολύ σημαντικό σύμμαχο εναντίον των βυζαντινών.
8. Τα πρακτικά της Συνόδου αποδεικνύουν το αντίθετο. Αρκετοί επίσκοποι της Βυζαντινής κυρίως Αρμενίας έχουν υπογράψει κάτω από τα πρακτικά της Συνόδου. Και επιπλέον στο διάστημα της Συνόδου βρίσκονται στην Κωνσταντινούπολη αρκετοί και σπουδαίοι μαθητές του αγ. Mesrop, μεταξύ των οποίων και πατέρας της Αρμενικής ιστοριογραφίας, μετέπειτα επίσκοπος και υπερασπιστής της Χαλκηδόνας ο άγιος Movses Xorenaci.
9. Κάποιοι υποστηρίζουν, ότι στη πρώτη σύνοδο του Ντβίν (506) η Εκκλησία της Αρμενίας με τις Εκκλησίες ακόμα της Γεωργίας και της Αλβανίας του Καυκάσου πήραν μια αντιχαλκηδόνια στάση, αλλά δεν φαίνονται εκεί καθαρά τα πράγματα, αν όντως καταδίκασαν την Σύνοδο της Χαλκηδόνας και τον περίφημο Τόμο του Πάπα Λέοντα.
10. Στο εξής θα χρησιμοποιήσω την λέξη Εκκλησία εντός εισαγωγικών και μικρογράμματη γραφή, αναφερόμενος στο σύνολο των Αρμενίων ως μονοφυσιτών πια, επειδή με την άρνηση της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου αποκόπηκαν από την Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία του Χριστού.
Ο π. Βασίλειος από την πρώτη στιγμή της γνωριμίας μας μου έδειξε την αγάπη του και μόλις πληροφορήθηκε για το παρελθόν μου, ιδίως για την επιστροφή μου από τη πλάνη και αίρεση του Μονοφυσιτισμού στην Αλήθεια του Χριστού, την Ορθοδοξία, αμέσως μου έκανε την πρόταση να γράψω κάποιο κείμενο, παρουσιάζοντας μια συνοπτική ιστορία της πατρίδας μου της Αρμενίας και να αναφερθώ ιδίως στην πίστη των Αρμενίων.
Είναι η πρώτη φορά, που μου δίνεται αυτή η ευκαιρία να συμμετάσχω με αυτό το ειδικό θέμα στο επίκαιρο και πλούσιο περιεχόμενο του περιοδικού «Ενοριακή Ευλογία», του Ι. Ν. Αγ. Νικολάου Πευκακίων.
Στο μικρό μου αυτό άρθρο δεν παρουσιάζω μια συστηματική ιστορία της Αρμενίας. Δεν είναι αυτός ο σκοπός μου. Θα αναφερθώ, όμως, σε τρεις κυρίως χρονολογίες (301, 406 και 451 μ.Χ.) και στα γεγονότα που συνδέονται με αυτές και είναι βαρυσήμαντες για την ιστορία της Αρμενίας και μας ενδιαφέρουν εδώ άμεσα.
Για να έχει ο αγαπητός μας αναγνώστης του Περιοδικού «Ενοριακή Ευλογία» μια γενική εικόνα του τόπου και της έκτασης της ιστορικής και σημερινής Αρμενίας, θα πούμε τα λίγα που ακολουθούν.
Στο Μηναίο του μηνός Σεπτεμβρίου διαβάζουμε: «Τη Λ΄ του αυτού μηνός μνήμη του αγίου ιερομάρτυρος Γρηγορίου της Μεγάλης Αρμενίας...». Σήμερα δεν υπάρχει η Μεγάλη Αρμενία, η οποία είχε γεωγραφική έκταση άνω των 300.000 m². Η τωρινή Δημοκρατία της Αρμενίας κυριαρχεί μόνο στα 29.800 m² γεωγραφικά εδάφη, τα οποία είναι λιγότερα από το 1/10 της ιστορικής Αρμενίας χωρίς το Ναγκόρνο (=Ορεινό) Καραμπάχ, στο οποίο θα αναφερθούμε σε μια άλλη ευκαιρία.
Η Μεγάλη Αρμενία, πριν να κατακτηθεί από τους Οθωμανούς, περιελάμβανε ένα σημαντικό μέρος των εκτάσεων της Μικράς Ασίας ή σημερινής ανατολικής Τουρκίας με κοινά σύνορα με την Καππαδοκία1, τον Πόντο, την Ασσυρία, την Γεωργία, την Αλβανία του Καυκάσου, την Περσία, την Μικρή Αρμενία και άλλες κατά καιρούς χώρες και εκτείνετο μέχρι την Κασπία θάλασσα. Ενώ η σημερινή Αρμενία περιορίζεται στο Νότιο Καύκασο, σ’ ένα πολύ μικρό κομμάτι της ιστορικής της έκτασης και συνορεύει ανατολικά με την Τουρκία, δυτικά με το Αζερμπαϊτζάν, βόρεια με την Γεωργία και νότια με το Ιράν.
Ούτε λίγο ούτε πολύ, πρόκειται για την δεύτερη κοιτίδα της ανθρωπότητας, κατά την Βιβλική διήγηση, αφού μετά τον κατακλυσμό, που επέτρεψε ο Θεός για την αμαρτία του κόσμου, «...εκάθισεν η κιβωτός εν μηνί τω εβδόμη, εβδόμη και εικάδι του μηνός, επί τα όρη τα Αραράτ» (Γεν. 8,4), απ’ όπου και αρχίζει μια νέα ιστορία της ανθρωπότητας. Μέχρι σήμερα υπάρχουν γεωγραφικοί τόποι, των οποίων οι ονομασίες άμεσα ή έμμεσα σχετίζονται με τον ίδιο τον Νώε. Όπως π.χ. η πρώτη κατοικία της ευλογημένης οικογένειας ονομάστηκε από τον Νώε Nakhijevan, δηλαδή «πρώτη κατοικία», ή το όνομα της σημερινής πρωτεύουσας της Αρμενίας Yeravan σημαίνει «τόπος εμφανίσεως».
Έτσι, μετά τον κατακλυσμό, ξαναρχίζει η ιστορία των εθνών από τους τρεις γιούς του Νώε, οι οποίοι διασκορπίστηκαν ανά την οικουμένη κυρίως μετά τον πύργο της Βαβέλ και την σύγχυση των γλωσσών.
Ένας από τους αρχαίους αρμενικούς θρύλους αναγνωρίζει ως προπάτορα των Αρμενίων τον Χάϊκ, ο οποίος ήταν ένας από τους γιούς του Torgom (=Θοργάμα), γιού του Γάμερ, γιού του Ιάφεθ. Ο Ιάφεθ ήταν τρίτος γιός του Νώε (βλ. Γεν.10, 1-3).
Το κήρυγμα του Ευαγγελίου του Κυρίου μας Ιησού Χριστού στην Αρμενία συνδέεται αρχικά με τα ονόματα δύο Αποστόλων Του «εκ των Δώδεκα», του Θαδδαίου και του Βαρθολομαίου. Ο Θαδδαίος, αδελφός του Ιακώβου (Ματθ. 10.1-3, Μαρ. 3.13-19) μαρτυρείται ότι κήρυξε στην Αρμενία από το 43-66 μ.Χ και μαρτύρησε στην κωμόπολη Shavarshavan της επαρχίας Artaz (σήμερα στο βόρειο Ιράν). Ο Απόστολος Βαρθολομαίος κήρυξε στην Αρμενία από 60-68 μ.Χ. και μαρτύρησε στην πόλη Ourbanos (σήμερα στην Ανατολική Τουρκία). Οι Απόστολοι φυσικά ίδρυσαν τις πρώτες χριστιανικές κοινότητες.
Αλλάζει εντελώς το σκηνικό στην Αρμενία στις αρχές του Δ΄ αι. με πρωταγωνιστή και Ισαπόστολο τον Γρηγόριο Πέρση (=άγ. Γρηγόριος ο Φωτιστής). Ο Αρμένιος βασιλιάς Tiridat ο Γ΄ (=Τιριδάτης (287- 330 περίπου)) το 287 είχε τιμωρήσει αυστηρά τον Γρηγόριο2, πρώτα, επειδή εκείνος δεν ήθελε να θυσιάσει στην θεά Anahit ως ένδειξη ευγνωμοσύνης μετά την νίκη του κατά των Περσών, και κατόπιν, όταν έμαθε ο Τιριδάτης την καταγωγή του, ότι ήταν δηλαδή ο γιός του Anak του Πέρση, φονιά του πατέρα του βασιλιά Xosrov Α΄ (211-259). Για να τον εκδικηθεί, ο Τιριδάτης έριξε στο πηγάδι του Xor Virap3, που ήταν προωρισμένο για τους καταδικασμένους σε θάνατο.
Στο πηγάδι αυτό παρέμεινε ο Γρηγόριος 13 (κατά μερικούς 15) ολόκληρα χρόνια! Φυσικά με θαυμαστό τρόπο και με θεϊκή παρηγοριά μπορούσε κανείς να παραμείνει ζωντανός σ’ ένα τέτοιο τόπο. Μια χήρα κρυφά του έριχνε ένα κομμάτι ψωμί καθημερινά και η παρουσία ενός Αγγέλου ενεθάρρυνε τον εκλεκτό μάρτυρα του Χριστού και τον ετοίμαζε για την μεγάλη αποστολή του να γίνει φωτιστής ενός λαού.
Στην αρχή της βασιλείας του ο Τιριδάτης ήταν φιλικά διατεθειμένος προς τους χριστιανούς υπηκόους του, αλλά μετά επηρεάστηκε από τον Διοκλητιανό στράφηκε εναντίον τους με διωγμούς και μαρτύρια. Έτσι εξηγείται και η στάση του απέναντι στους διωκομένους από τον Διοκλητιανό, όπως στην ομάδα παρθένων με επικεφαλής την Γαϊανή, που ήταν η καθηγουμένη και την Ριψιμία (μνήμη στις 30 Σεπ. με τον άγ. Γρηγόριο τον Φωτιστή). Μετά τον μαρτύριο των 32 παρθένων στην πόλη Vagarshapat, ο Τιριδάτης και οι αυλικοί συνεργάτες του αρρωσταίνουν και σε λίγες μέρες ουσιαστικά δαιμονίζονται. Η αδελφή του Τιριδάτη, η Xosrovidoukht (=θυγατέρα του Xosrov), η οποία δεν συμφωνούσε με την στάση του αδελφού της έναντι των χριστιανών, σ’ αυτό το διάστημα ακριβώς βλέπει ένα όραμα επαναλαμβανόμενο 5 φορές, σύμφωνα με το οποίο τους δαιμονιζόμενους μπορούσε να θεραπεύσει μόνον ο Γρηγόριος. Έτσι εξέρχεται ο Γρηγόριος από το πηγάδι και θεραπεύει όλους τους δαιμονιζόμενους!
Από εδώ και στο εξής ο ήδη θεραπευμένος βασιλιάς σταματάει τους διωγμούς, ένα μεγάλο κομμάτι του λαού του ευαγγελίζεται από τον ίδιο τον Γρηγόριο και βαπτίζεται. Και όχι μόνο αυτό$ ο Τιριδάτης ανακηρύσσει τον Χριστιανισμό ως επίσημη θρησκεία της βασιλείας του4 το 301μ.Χ5 και με την άμεση συμπαράστασή του, ο άγ. Γρηγόριος αναδιοργανώνει την επίσημη πλέον Εκκλησία της Αρμενίας, της οποίας και καθίσταται πρώτος επίσκοπος (=καθολικός). Επειδή ο Γρηγόριος δεν ήταν ιερεύς, με τιμές και βασιλική πομπή οδηγείται στην Καισάρεια, όπου και χειροτονήθηκε επίσκοπος από τον αρχιεπίσκοπο Καισαρείας άγ. Λεόντιο και πλέον ως επίσκοπος εγκαθίσταται στο Vagarshapat (σήμερα Echmiadzin) ως συνεχιστής του έργου των αγίων Αποστόλων Θαδδαίου και Βαρθολομαίου.
Εδώ πρέπει να τονίσω ότι η λατρεία στην Εκκλησία της Αρμενίας μέχρι στις αρχές του Ε΄ αι. γινόταν ως επί το πλείστον στα Ελληνικά αλλά και στα Συριακά, κυρίως στις ανατολικές της περιοχές. Η ανάγκη της κατανόησης της λατρείας και, κυρίως, της Αγίας Γραφής, από τον απλό λαό οδήγησαν τον βασιλιά Vramshapuh και τον Καθολικό άγ. Sahak (=Ισαάκ) να σκεφθούν λύσεις του προβλήματος. Έπρεπε να μεταφρασθούν τα ιερά κείμενα στην γλώσσα του λαού.
Η Αρμενική γλώσσα ως προφορική παράδοση υπήρξε από πολύ νωρίς, αλλά δεν είχε γραπτή μορφή. Το ποθητό και δύσκολο έργο της δημιουργίας του αρμενικού αλφαβήτου ετέθη στους ώμους του Mesrop Mashtoc, ενός λογίου ασκητού κληρικού, με άριστη ελληνική παιδεία. Έτσι, μετά από πολλές περιοδείες στα γνωστά κέντρα της εποχής (Αμίντ, Έδεσσα της Συρίας, Σαμόσατα) ο Mesrop Mashtoc με κάποιους μαθητές του, μετά από θεία αποκάλυψη, το έτος 406 δημιούργησε το αρμενικό αλφάβητο με 36 γράμματα6. Η πρώτη φράση, που μεταφράστηκε στα αρμενικά, ήταν το «Γνώναι σοφίαν και παιδείαν, νοήσαι τε λόγους φρονήσεως (Παροιμ. 1.2)». Αμέσως μεταφράζεται η Αγία Γραφή, πρώτα από τα συριακά και μετά ολοκληρώνεται από τα ελληνικά. Κατόπιν μεταφράζονται τα λατρευτικά βιβλία, έργα των Ελλήνων Πατέρων (Αποστολικοί Πατέρες, Μέγας Αθανασιος, Καππαδόκες κ.ο.κ ) και των φιλοσόφων (Πλάτωνος, Αριστοτέλη κ.λ.π). Ο Ε΄ αι. για τον αρμενικό πολιτισμό θεωρείται ο «χρυσούς αιών».
Φθάνουμε στο 451 μ.Χ. Για την Αρμενία και το λαό της μια πολύ σημαντική χρονολογία. Οι Αρμένιοι καλούνται να υπερασπισθούν την πίστη τους στον Χριστό ενώπιον των αλλοθρήσκων. Οι Πέρσες με επικεφαλής τον βασιλιά τους Ισδιγέρδη Β΄ (438-457) θέλουν να επιβάλλουν τον Ζωροαστρισμό (=πυρολατρεία) στην Αρμενία7. Οι Αρμένιοι ήδη είχαν αρνηθεί μια τέτοια πρόταση του Πέρση βασιλιά Σαπώρ του Β΄ (310-378) νωρίτερα και είχαν υπερασπισθεί με μάχη την πίστη τους το 339 με επικεφαλής τον στρατάρχη Vache Mamikonyan. Η δεύτερη μάχη υπέρ της πίστεως παίρνει πιο μεγάλες διαστάσεις το Μάϊο του 451. Αυτή τη φορά στο Avarayr, με επικεφαλής το στρατάρχη Bardan Mamikonyan, οι Αρμένιοι απέδειξαν στον αλλόθρησκο κατακτητή, ότι η πίστη του Χριστού είναι η ζωή τους και δεν μπορεί κανείς να τους την αφαιρέσει, όσο δυνατός και αν είναι. Η μνήμη των ηρωϊκώς πεσόντων μαρτύρων (1036) υπέρ της Πίστεως καθιερώθηκε αργότερα ως εορτή στην Εκκλησία της Αρμενίας.
Το δεύτερο σημαντικό γεγονός το 451 συνδέεται με την Δ' Οικουμενική Σύνοδο. Να πούμε επιγραμματικά ότι η Σύνοδος συγκλήθηκε για να αντιμετωπίσει τον Μονοφυσιτισμό, την αίρεση του Ευτυχούς, ο οποίος πίστευε, ότι ο Χριστός μετά την ενανθρώπηση δεν έχει πλέον δύο φύσεις, αλλά μόνο μια, την Θεία, μέσα στην οποία διαλύθηκε η ανθρώπινη φύση και απορροφήθηκε από την θεότητα Του, σαν σταγόνα στον ωκεανό. Η διδασκαλία αυτή του Ευτυχούς ήταν επικίνδυνη για την σωτηρία του ανθρώπου και έπρεπε να αντιμετωπισθεί συνοδικώς.
Στον Μονοφυσιτισμό κατάντησε ο Ευτυχής από μια ακραία ερμηνεία της Χριστολογίας του αγ. Κυρίλλου Αλεξανδρείας, του οποίου ήταν συνεργάτης στον αγώνα του εναντίον του Νεστοριανισμού. Η διδασκαλία του Νεστορίου καταδικάστηκε από την Γ΄Οικουμενική Σύνοδο της Εφέσου (431) με πρωταγωνιστή και πρόεδρο της Συνόδου τον άγιο Κύριλλο Αλεξανδρείας. Ο Νεστόριος πίστευε, ότι υπάρχουν δύο διαφορετικά πρόσωπα στο Χριστό, εφ’ όσον έκανε διαχωρισμό των δύο φύσεων του Κυρίου (της θείας και της ανθρωπίνης) και δεχόταν, ότι οι φύσεις έχουν ενωθεί «ηθικώς» μόνο. Κατά τον Νεστόριο υπάρχουν δύο Χριστοί, ο Υιός και Λόγος του Θεού και ο Υιός του ανθρώπου, ο Ιησούς, και ότι η Μαρία γέννησε μόνο τον άνθρωπο Χριστό και οπωσδήποτε όχι τον Θεό Λόγο. Άρα, έλεγε ο Νεστόριος, δεν μπορούμε να αποκαλούμε την Μαρία Θεοτόκο, αλλά «ανθρωποτόκο» ή «Χριστοτόκο». Η Δ' Οικοιμενική Σύνοδος με το Χριστολογικό της Όρο ουσιαστικά αντιμετώπισε όχι μόνο τον Μονοφυσιτισμό, αλλά απέκλεισε και τον Νεστοριανισμό. Έτσι ο Χριστός, κατά την Σύνοδο της Χαλκηδόνας, έχει δύο φύσεις, οι οποίες «ασυγχύτως», «ατρέπτως» αχωρίστως και «αδιαιρέτως» έχουν ενωθεί στην υπόσταση του Θεού Λόγου (καθ’ υπόστασιν ένωσις).
Συνήθως υποστηρίζεται από μια σημαντική μερίδα των Αρμενίων μελετητών, κυρίως ιστορικών, ότι στη Σύνοδο της Χαλκηδόνας δεν μπορούσαν να συμμετάσχουν οι Αρμένιοι λόγω της μεταπολεμικής κατάστασης, που είχε επέλθει στην χώρα μετά από τον σφοδρό αγώνα τους κατά της περσικής εισβολής. Δεν είναι όμως έτσι τα πράγματα8. Δεν αποτελεί άλλωστε αυτό δικαιολογία για τη μη αποδοχή της Συνόδου. Είναι γεγονός, ότι οι Αρμένιοι δεν συμμετείχαν ουσιαστικά ούτε στις δύο προηγούμενες Οικουμενικές Συνόδους της Κωνσταντινουπόλεως (381) και της Εφέσου (431), αλλά αποδέχθηκαν τις Αποφάσεις των, επειδή, όπως αναφέρουν οι πηγές, δεν βρήκαν τίποτε, που να αντίκειται στην πίστη τους.
Οι Αρμένιοι παραμένουν στην ορθή πίστη των Πατέρων και των Οικουμενικών Συνόδων μέχρι να αρνηθούν οριστικά, στην δεύτερη σύνοδο του Ντβίν9 (553-555), το Χριστολογικό δόγμα της Χαλκηδόνας και έτσι να αποκοπούν από το Σώμα της Εκκλησίας του Χριστού. Και εδώ σταματάει η Ορθοδοξία της Αρμενικής Εκκλησίας10.
Βασικά, παρερμηνεύουν την διδασκαλία του αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας και τη φράση του «μια φύσις του Λόγου σεσαρκωμένη» και υποστηρίζουν ότι μετά την ένωση των δύο φύσεων υπάρχει μια ενωμένη φύση στο Χριστό και έτσι καταλήγουν σε μια «σύνθετη φύση». Αυτό δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό από τους Πατέρες της Εκκλησίας, επειδή ο όρος «σύνθετος φύσις» σημαίνει ότι χάνουν τα ιδιώματα οι δύο φύσεις που ενώνονται. Ακόμα και σήμερα οι Αρμένιοι θεολόγοι υποστηρίζουν ότι, λέγοντας «μια φύση», η Αρμενική ‘‘εκκλησία’’ εννοεί την «άρρηκτη ένωση των δύο φύσεων».
Γιατί όμως το μεγαλύτερο μέρος της Αρμενικής ‘‘εκκλησίας’’ δεν δέχθηκε την Δ΄Οικουμενική Σύνοδο; Επειδή:
α. κατ’ επίδρασιν των ήδη μονοφυσιτών Σύρων πίστευαν, ότι με την Σύνοδο της Χαλκηδόνας αναβίωσε ο Νεστοριανισμός.
β. ερμήνευσαν –και ακόμα δυστυχώς συνεχίζουν να ερμηνεύουν– λανθασμένα την Χριστολογία του αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας και ιδίως την γνωστή του φράση «μια φύσις του Λόγου σεσαρκωμένη»11.
γ. αγνόησαν τον «Όρο των Διαλλαγών» (433) μεταξύ του αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας και Ιωάννη Αντιοχείας. Αυτό το τελευταίο έχει τεράστια σημασία για όλη την μετέπειτα αντιχαλκηδόνια-μονοφυσιτική πορεία της Αρμενικής ‘‘εκκλησίας’’.
Λεπτομερή ανάλυση δεν θα κάνω εδώ. Αν χρειασθεί θα δούμε στο μέλλον. Να τονίσω όμως, ότι οι μονοφυσίτες Αρμένιοι έχουν μια ιδιάζουσα μορφή Χριστολογίας, επειδή αρνήθηκαν να δεχθούν την διδασκαλία του Σεβήρου Αντιοχείας και τον καταδίκασαν ως αιρεσιάρχη στην αρμενο-συριακή ενωμένη σύνοδο του Manazkert (726). Επίσης δεν αναγνωρίζουν τον Διόσκορο ως «άγιο».
Όλες οι άλλες θεωρίες, που στηρίζονται στις πολιτικές σκοπιμότητες12 της μη αποδοχής της Χαλκηδόνας από τους Αρμενίους, ναί μεν μαρτυρούνται στις πηγές, αλλά δεν συνέβαλαν στην οριστική απόφαση.
Οι προσπάθειες των βυζαντινών για την ένωση της αποκομμένης ήδη Αρμενικής ‘‘εκκλησίας’’ με την Ορθόδοξη Εκκλησία δεν έφεραν καρπούς, όπως και οι ανεπίσημοι (1964, 1967,1970 και 1971) και οι επίσημοι διάλογοι (1985, 1989, 1990 και 1993) του 20ου αι. μεταξύ Ορθοδόξων και Αντιχαλκηδονίων.
Πρώτη φορά γραπτώς σημειώνω και τονίζω την προσωπική μου άποψη και –γιατί όχι– και την εμπειρία μου για τα θέματα της πίστεως, κατ’ ακρίβειαν του δόγματος της Ορθοδόξου Εκκλησίας και της εν γένει Παραδόσεως Αυτής ως δόγματος Αληθείας και τρόπου ζωής, σε σχέση με την πίστη της Αρμενικής ‘‘εκκλησίας’’.
Όποιος αμερόληπτα, απροϋπόθετα και αντικειμενικά μελετήσει τα κείμενα (δογματικά και μη) της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας και της Αρμενικής παραδόσεως, από το σχίσμα (ουσιαστικά και οριστικά μετά το 553-555 μ.Χ. της συνόδου του Ντβίν) έως και σήμερα, δεν μπορεί να μην αντιληφθεί που βρίσκεται η αλήθεια και τι ουσιαστικά πρεσβεύει κάθε πλευρά. Δεν μπορεί να μην αντιληφθεί το χάσμα ερμηνείας του Χριστολογικού δόγματος μεταξύ Ορθοδοξίας και Αρμενικής παραδόσεως. Το γράφω και τονίζω αυτό με υπευθυνότητα γνωρίζοντας καλά την ζωή και την θεολογία της Αρμενικής ‘‘εκκλησίας’’.
Τελειώνοντας αυτό το μικρό μου άρθρο θα ήθελα να καταθέσω τη γνώμη μου επί του θεολογικού διαλόγου μεταξύ Ορθοδόξων και Αντιχαλκηδονίων Μονοφυσιτών, ότι όχι μόνο οι Ορθόδοξοι, με συνεχείς, δυστυχώς, υποχωρήσεις στην πίστη, όχι μόνο δεν βοήθησαν τους αδελφούς μας να καταλάβουν την βασική και οντολογικώς αληθινή και αμετάκλητη Χριστολογία των Οικουμενικών Συνόδων, της Δ΄ και ΣΤ΄ , αλλά και της συνόλου Παραδόσεως και ζωής της Εκκλησίας, η οποία απορρέει φυσικά από τα σωτήρια δόγματα, αλλά μάλλον τους οδήγησαν στο μεγάλο αδιέξοδο της λεπτής και πολλές φορές ανεπανόρθωτης εκ δεξιών πλάνης.
Κλείνοντας, θέτω μερικές παρατηρήσεις και προβληματισμούς.
1. Μήπως είναι τυχαίο, ότι μετά την οριστική άρνηση της Δ΄και των λοιπών Οικουμενικών Συνόδων (=άρνηση Ορθοδοξίας και κατ’ επέκτασιν ορθοπραξίας) σταδιακά έπαυσε να υφίσταται στην Ανατολική κυρίως Αρμενία13 ο ασκητικός και κυρίως ο ησυχαστικός μοναχισμός, που έχει σκοπό τον αγιασμό και τη θέωση, όπως παρατηρούμε από την αρχή της οργανωμένης Μοναχικής Πολιτείας (Δ΄ αι.) έως και σήμερα στην Ορθόδοξη Εκκλησία;
Σημειωτέον ότι η Ανατολική Αρμενία, σχεδόν πάντοτε μετά την άλωση της βασιλείας των Bagratouni (885-1045), εξ’ ολοκλήρου βρισκόταν υπό τον έλεγχο αλλοθρήσκων (Οθωμανών και Περσών) από την μια και αυστηρών αντιχαλκηδονίων14 μονοφυσιτών από την άλλη. Η στάση αυτή είναι αντίθετη από αυτήν των δυτικών περιοχών της Αρμενίας, οι οποίες άμεσα και έμμεσα επικοινωνούσαν με τους βυζαντινούς και έτσι είχαμε όχι μόνο Ορθόδοξες επαρχίες με αρμενικό πληθυσμό κατά το πλείστον (π.χ. στη Θεοδοσούπολη) και μοναστικές αδελφότητες, αλλά και αγίους αρμενικής καταγωγής (καταγεγραμμένους ή μη) στο ορθόδοξο εορτολόγιο και στους Συναξαριστές π.χ ο Μέγας Ευθύμιος (20 Ιαν.). Οι άγιοι που δεν γιορτάζονται επίσημα στην Ορθόδοξη Εκκλησία, αλλά ήδη ήταν στο αρμενικό εορτολόγιο, δεν είναι και λίγοι και μάλιστα εξέχουσες προσωπικότητες, όπως σχεδόν όλα τα μέλη της οικογένειας του Γρηγορίου Φωτιστή, όπως οι δύο γιοί του ο αγ. Αριστακές και ο αγ. Βροτανές μέχρι τον αγ. Σαχάκ.
2. Ποιός ισχυρίζεται ότι τον 20΄ αι. ενδιέφερε σοβαρά τη διοίκηση της Αρμενικής ‘‘εκκλησίας’’, ο θεολογικός διάλογος, εκτός ελαχίστων μεμονωμένων φωνών, όπως του Αρχιεπισκόπου Tiran Nersoyan. Προσωπικά δεν τον γνώρισα. Γνωρίζω όμως από κάποια γραπτά του, ότι ήθελε πολύ την ένωση, βάσει του Χριστολογικού δόγματος των Δ΄ και ΣΤ΄ Οικουμενικών Συνόδων.
3. Πού υπάρχουν στην Αρμενική γλώσσα τα κείμενα των κοινών Δηλώσεων του διαλόγου για να ενημερωθεί ο λαός για το σοβαρό αυτό θέμα και να πει την γνώμη του; Πριν 6-7 χρόνια έψαχνα τα κείμενα των Δηλώσεων στα Αρμενικά για να μελετήσω σχετικά με το θέμα για μια πανεπιστημιακή μου εργασία και δεν βρήκα τίποτε πουθενά(!) ενώ η τελευταία κοινή Δήλωση είχε γίνει το 1993 στο Σαμπεζύ και η τελευταία επίσημη συνάντηση μεταξύ Ορθοδόξων και Αντιχαλκηδονίων έγινε το 1998 στη Δαμασκό. Έτσι έπρεπε να ενημερωθεί ο αρμενικός λαός και ιδίως οι ενδιαφερόμενοι;
4. Μήπως είναι τυχαίο, ότι σήμερα δεν υπάρχουν στα Αρμενικά ούτε καν τα Πρακτικά των αποφάσεων των τριών πρώτων Οικουμενικών Συνόδων; Ή μήπως είναι τυχαίο ότι δίνεται στις αποφάσεις αυτές μια πολιτικοφιλοσοφική ερμηνεία;
5. Μήπως είναι πάλι τυχαίο, ότι με την άρνηση των Συνόδων η Αρμενική ‘‘εκκλησία’’ καταντάει μια εθνοφυλετική ομολογία στην οποία προστίθενται καινοτομίες όπως η χειροτονία και το χρίσμα του Αρμενίου καθολικού15 και η χρήση του αζύμου κατά την τέλεση της Θείας Ευχαριστίας;
6. Μήπως είναι τυχαίο, ότι δεν τελείται ουσιαστικά το μυστήριο της Μετανοίας (=εξομολόγηση16) και έπαψαν αιώνες τώρα τα κωλύμματα της ιερωσύνης;
Μπορούν να προστεθούν ακόμα πολλά «μήπως», αλλά για την ώρα θέλω να σταματήσω εδώ...
Οι προσωπικές μου μαρτυρίες (και όχι μόνο δικές μου) στο μέλλον θα καταγραφούν πιο επιστημονικά και με ανάλογες παραπομπές και σημειώσεις για να μπορέσουμε να βοηθήσουμε πρώτα τους συμπατριώτες μας, πολλοί από τους οποίους όντως ψάχνουν κάτι αληθινό και γνήσιο στην πίστη και δεν είναι αυτοί λίγοι, που επιστρέφουν στην Ορθοδοξία, κυρίως στην Ρωσία και Γεωργία, αλλά και τους Ορθοδόξους θεολόγους που όντως θέλουν την ένωση, να αγωνισθούν υπέρ μίας ενώσεως αληθινής και όχι σύνθεσης με τους Μονοφυσίτες, όπως πολύ ορθά παρατηρούν αρκετοί ορθόδοξοι θεολόγοι (π.χ ο Παναγιώτης Ι. Μπούμης, Ομότ. Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών στο βιβλίο του «Η ένωση (όχι σύνθεση) με τους Μονοφυσίτες» εκδ. Αρμός 2007).
1. Σημειωτέον ότι οι Έλληνες και οι Αρμένιοι ζούσανε πλάϊ-πλάϊ πάνω από 40 αιώνες: άλλοτε φιλικά και αδελφικά διατεθειμένοι ο ένας στον άλλο με συνεργασία, αλληλοκατανόηση και αλληλοβοήθεια κατά του κοινού εχθρού, όπως οι Ρωμαίοι, Πέρσες, Άραβες, Μογγόλοι και Τούρκοι, αλλά και άλλοτε τα ξένα και δικά τους συμφέροντα τους κάνανε εχθρούς είτε σε πολιτικό επίπεδο στην αρχαιότητα, είτε σε πολιτικό-εκκλησιαστικό επίπεδο κυρίως στο Βυζάντιο μετά την Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο της Χαλκηδόνας είτε σε πολιτικό-εκκλησιαστικό επίπεδο κυρίως στο Βυζάντιο μετά την Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο της Χαλκηδόνας.
2. Ο Γρηγόριος ήδη είχε βαπτισθεί στην Καισάρεια από μικρή ηλικία. Στο παλάτι του Αρμενίου βασιλιά Τιριδάτη είχε σπουδαία θέση, παρ’ όλο που ήταν χριστιανός.
3. Και σήμερα υπάρχει το πηγάδι αυτό ως τόπο πια προσευχής και προσκύνησης, αγιασμένο με τον αγώνα του αγ. Γρηγορίου.
4. Δεν θα μιλήσω εδώ για τις αρνητικές πλευρές αυτής της πράξεως για την ζωή της Εκκλησίας ανά τους αιώνες (ανάμιξη του κράτους στα εσωτερικά και δογματικά ακόμα ζητήματα της Εκκλησίας πολλές φορές με οδυνηρά αποτελέσματα για την ίδια την Εκκλησία) με τα δικά μας κριτήρια σήμερα. Τότε τέτοιες πράξεις θεωρούνταν μια νίκη της Εκκλησίας κ.τ.λ.
5. Σημειωτέον, ότι στο Βυζάντιο μόνο στο τέλος του Δ΄ αι. ο Χριστιανισμός κηρύχτηκε ως επίσημη θρησκεία του κράτους επί αυτοκράτορα Θεοδοσίου. Ενώ ο Μέγας Κωνσταντίνος με το γνωστό διάταγμα των Μεδιολάνων (313) αναγνωρίζει τον Χριστιανισμό ως μια από τις θρησκείες της Αυτοκρατορίας του (ανεξιθρησκία).
6. Είναι χαρακτηριστικό, ότι με το πρώτο γράμμα του αρμενικού αλφαβήτου αρχίζει η λέξη Astvadz(=Θεός) και με το τελευταίο η λέξη Qristos (=Χριστός).
7. Η πολιτική αυτή των Περσών είχε βασικό στόχο μέσω της επιβαλλόμενης θρησκείας να αποκόψουν την Αρμενία από την Δύση, δηλαδή από το Βυζάντιο και έτσι να έχουν ένα πολύ σημαντικό σύμμαχο εναντίον των βυζαντινών.
8. Τα πρακτικά της Συνόδου αποδεικνύουν το αντίθετο. Αρκετοί επίσκοποι της Βυζαντινής κυρίως Αρμενίας έχουν υπογράψει κάτω από τα πρακτικά της Συνόδου. Και επιπλέον στο διάστημα της Συνόδου βρίσκονται στην Κωνσταντινούπολη αρκετοί και σπουδαίοι μαθητές του αγ. Mesrop, μεταξύ των οποίων και πατέρας της Αρμενικής ιστοριογραφίας, μετέπειτα επίσκοπος και υπερασπιστής της Χαλκηδόνας ο άγιος Movses Xorenaci.
9. Κάποιοι υποστηρίζουν, ότι στη πρώτη σύνοδο του Ντβίν (506) η Εκκλησία της Αρμενίας με τις Εκκλησίες ακόμα της Γεωργίας και της Αλβανίας του Καυκάσου πήραν μια αντιχαλκηδόνια στάση, αλλά δεν φαίνονται εκεί καθαρά τα πράγματα, αν όντως καταδίκασαν την Σύνοδο της Χαλκηδόνας και τον περίφημο Τόμο του Πάπα Λέοντα.
10. Στο εξής θα χρησιμοποιήσω την λέξη Εκκλησία εντός εισαγωγικών και μικρογράμματη γραφή, αναφερόμενος στο σύνολο των Αρμενίων ως μονοφυσιτών πια, επειδή με την άρνηση της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου αποκόπηκαν από την Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία του Χριστού.
11. Είναι γνωστό, ότι
ή φράση αυτή δεν ήταν αρχικά του Κυρίλλου, αλλά αποδίδεται στον Απολλιναριο
Λαοδικείας, ο οποίος ερμήνευε αιρετικά τα λόγια αυτά.
12. Ότι δηλαδή οι Πέρσες και αργότερα οι Άραβες προσπαθούσαν συνεχώς να κρατήσουν μακριά τους Αρμενίους από την εκκλησιαστική ένωση με το Βυζάντιο.
13. Η ιστορική Ανατολική Αρμενία περιέλαβε όλη την σημερινή Δημοκρατία της Αρμενίας σύν το Ναγκόρνο (=ορεινό) Καραμπάχ, το Ναχιτζεβάν (βρίσκεται σήμερα στην έκταση του Αζερμπαϊτζάν), ένα κομμάτι του σημερινού βορείου Ιράν και άμεσες περιοχές γύρω από το όρος Αραράτ.
14. Πολλές φορές η απόκλιση τους από τον μετριοπαθή μονοφυσιτισμό σε ακραίες εκφάνσεις και ερμηνείες του (=Ευτυχιανισμός) αναγκαζε την επέμβαση της επίσημης Αρμενικής «εκκλησίας».
15. Συνήθως εκλέγεται από τους επισκόπους. Τον εκλεγμένο ήδη επίσκοπο καθολικό οι Αρμένιοι τον χειροτονούν και χρίουν.
16. Οι Αρμένιοι από τον 15΄αι. στην εξομολόγηση, που γίνεται ομαδικά, χρησιμοποιούν ένα κείμενο, στο οποίο καταγράφονται (ίσως;) όλες οι αμαρτίες και πρέπει όλοι να τις ακούσουν και στο τέλος κάθε παραγράφου να πούνε «ήμαρτον».
«Ενοριακή Ευλογία» Τεύχος Ιουνίου-Ιουλίου Αριθμ. Τεύχους 108-109
12. Ότι δηλαδή οι Πέρσες και αργότερα οι Άραβες προσπαθούσαν συνεχώς να κρατήσουν μακριά τους Αρμενίους από την εκκλησιαστική ένωση με το Βυζάντιο.
13. Η ιστορική Ανατολική Αρμενία περιέλαβε όλη την σημερινή Δημοκρατία της Αρμενίας σύν το Ναγκόρνο (=ορεινό) Καραμπάχ, το Ναχιτζεβάν (βρίσκεται σήμερα στην έκταση του Αζερμπαϊτζάν), ένα κομμάτι του σημερινού βορείου Ιράν και άμεσες περιοχές γύρω από το όρος Αραράτ.
14. Πολλές φορές η απόκλιση τους από τον μετριοπαθή μονοφυσιτισμό σε ακραίες εκφάνσεις και ερμηνείες του (=Ευτυχιανισμός) αναγκαζε την επέμβαση της επίσημης Αρμενικής «εκκλησίας».
15. Συνήθως εκλέγεται από τους επισκόπους. Τον εκλεγμένο ήδη επίσκοπο καθολικό οι Αρμένιοι τον χειροτονούν και χρίουν.
16. Οι Αρμένιοι από τον 15΄αι. στην εξομολόγηση, που γίνεται ομαδικά, χρησιμοποιούν ένα κείμενο, στο οποίο καταγράφονται (ίσως;) όλες οι αμαρτίες και πρέπει όλοι να τις ακούσουν και στο τέλος κάθε παραγράφου να πούνε «ήμαρτον».
«Ενοριακή Ευλογία» Τεύχος Ιουνίου-Ιουλίου Αριθμ. Τεύχους 108-109
Δημοσίευση σχολίου