
«Πως μ' αρέσουν τα μανταρίνια!», λέει με εμφανώς προσποιητή λαιμαργία, ο γέροντας. «Θα κρατήσω για τον εαυτό μου τρία. Καλύτερα, ας τα κάνω πέντε. Μια που βρήκα την ευκαιρία, θα πάρω επτά», λέει με ένα πολύ χαριτωμένο χαμόγελο και σταματά. «Πάρε τα υπόλοιπα, π. Καλλίνικε, και πήγαινε τα απέναντι στον γερο-Ιωσήφ».
Ο π. Καλλίνικος έβαλε σχήμα, ζήτησε ευλογία και έφυγε. Εμείς με τον π. Παΐσιο μπήκαμε στο καλυβάκι του. Καθίσαμε στο ένα κελλί και μου ζήτησε να του διαβάσω κάτι χειρόγραφα κείμενά του.
Πέρασαν περίπου είκοσι λεπτά και χτυπάει το σίδερο της αυλόπορτας. Κάποιοι ήλθαν για να τον συναντήσουν.
«Άσε καλύτερα. Αν είναι περίεργοι θα φύγουν. Αν είναι πονεμένοι ή διψασμένοι θα επιμείνουν».
Συνεχίζουμε την ανάγνωση. Σε λίγα λεπτά ξαναχτυπάει το σίδερο.
«Τί κάνουμε τώρα, γέροντα;». ξαναρωτώ.
Στο παράθυρο του, αντί κουρτίνας κρεμόταν ένα κομμάτι από σεντόνι.
«Κοίτα λοξά, να μην σε δουν και δες πόσοι είναι», μου λέγει.
«Δεν μπορώ να τους μετρήσω, δεν φαίνονται», απαντώ.
«Καλά, δεν ξέρεις ούτε αριθμητική; Τί έκανες τόσα χρόνια στην Αμερική; Ας περιμένουμε, αυτοί θα ξαναχτυπήσουν».
Πράγματι, σε λίγα λεπτά, χτυπούν για τρίτη φορά.
«Τώρα θα προσπαθήσω εγώ να τους μετρήσω. Μπορεί να μην τελείωσα το Δημοτικό, αλλά θα τα καταφέρω», μου λέγει.
Σηκώνεται και ανοίγει την πόρτα της καλύβας.
«Τί πάθατε. παλικάρια, τέτοια ώρα; Τί ήλθατε να κάνετε;».
«Πάτερ, θέλουμε λίγο να σας δούμε. Γίνεται;».
«Να με δείτε γίνεται. Αλλά τί θα βρούμε να σας κεράσουμε. Πόσοι είστε; Για να σας μετρήσω ένας, δύο, επτά. Για να δω τί θα βρούμε στο μαγαζί, τέτοια ώρα».
Μπαίνει μέσα και επιστρέφει με τα επτά μανταρίνια.
Τί φοβερός άνθρωπος, σκέπτομαι έκπληκτος από μέσα. Πού το ήξερε και κράτησε τα μανταρίνια ! Το προγνώριζε; Τον φώτισε ο Θεός χωρίς αυτός να το συνειδητοποιεί;
«Από πού έρχεσθε, παλικάρια;», ρωτάει με ενδιαφέρον.
«Είμαστε από την Αθήνα. Και ο Βruce με τον John από την Αμερική».
«Από την Αμερική; Μα αν τους κεράσουμε ένα μανταρίνι, αυτοί θα μας ρεζιλέψουν σε όλο τον κόσμο. Για να βρούμε κάτι Αμερικάνικο στο supermarket».
Ξαναμπαίνει μέσα και επιστρέφει με ένα πακέτο αμερικάνικα μπισκότα και ένα κουτί ξηρούς καρπούς διαφόρων ειδών Ρlanters, της πιο φημισμένης δηλαδή μάρκας στην Αμερική. Έκπληκτοι αυτοί εκφράζουν τον θαυμασμό και τον εντυπωσιασμό τους.
«Δεν ξέρω τί συμβολίζει. Ούτε και έχει καμιά σημασία. Αυτό που έχει άξια δεν είναι να χτυπάει κάνεις το τάλαντο του μοναστηρίου, αλλά να πολλαπλασιάζει το τάλαντο του Θεού. Ακούστε, παιδιά! Επειδή η ώρα πέρασε, πρέπει να πηγαίνετε. Ένα μόνο να πω: το πρόβλημα με τους Αμερικάνους είναι ότι στα Αγγλικά το "εγώ" γράφεται πάντοτε με κεφαλαίο, ενώ εμείς στην Ελλάδα το γράφουμε πότε-πότε και με μικρό».
«Αυτό τί σημαίνει; Εμείς τί πρέπει να κάνουμε ;».
«Να διαγράψετε το "εγώ" από το λεξιλόγιο σας, παιδιά. Ο εγωισμός είναι ο μεγάλος μας εχθρός. Αυτόν πρέπει να πολεμήσουμε όλοι ανεξαιρέτως».
Η αγιότητα έχει μια ευγένεια, μια λεπτότητα, μια χάρη πάνω της. Δεν είπε σοφίες ούτε θεολογίες ούτε έκανε εντυπωσιακές αποκαλύψεις. Γέμισε όμως όλων την καρδιά.
Δημοσίευση σχολίου
Click to see the code!
To insert emoticon you must added at least one space before the code.