GuidePedia

0

Του Γιώργου Χαρίτου | ΟΛΑ ΣΤΗΝ ΦΟΡΑ.GR

Στις μέρες μας μπορούμε να διαπιστώσουμε πως ξανά εμφανίζετε ένας διωγμός εναντίων Χριστιανών στην Βόρεια Αφρική, αλλά και στην Ασία. Σε χώρες όπως η Αίγυπτος ή Λιβύη, το Λίβανο η Συρία αλλά ακόμα και στην Τουρκία. Λίγους αιώνες πριν, οι Χώρες αυτές καταλήφθηκαν από το Μουσουλμανικό στοιχείο με την Εξάπλωση της Αραβικής Αυτοκρατορίας, και έπειτα της Οθωμανικής, όπου κυρίως επικρατησε η Μουσουλμανική Θρησκεία. Πριν όμως την κατάκτηση τους από τα Μουσουλμανικά κράτη οι χώρες αυτές ήταν κατά το σύνολο τους Χριστιανικές χώρες και συγκεγκριμένα Βαθιά Ορθόδοξες. Κοιτάσματα Ελληνισμού και Χριστιανισμού υπάρχουν ακόμα και σήμερα σε αυτά τα κράτη αλλά σε σημαντικά μειωμένο Βαθμό. Η Ύπαρξη Ελληνορθόδοξων στις παραπάνω χώρες, δεν είναι εξαιτίας μεταναστεύσεων του Αιώνα μας, αλλά από ρίζες που είναι βαθιά μέσα στην Γη ακουμπώντας πολλούς Αιώνες πίσω το παρελθόν. Μπορούμε να πούμε από τους πρώτο χριστιανικούς αιώνες, αλλά σίγουρα από την Δημιουργία του Βυζαντινού κράτους, με πρωτεύουσα την Νέα Ρώμη( σημερινή Κωνσταντινούπολη) από τον Ιδρυτή της Άγιο και Ισαπόστολο Μεγάλο Κωνσταντίνο. 


Με την ίδρυση του Βυζαντινού Κράτους το 330μ.Χ ιδρύετε και το  Πατριαρχείο( κατά άλλους δεύτερο έπειτα από το Πατριαρχείο Ρώμης) της Κωνσταντινούπολης.Εν συνεχεία το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας, στην Αίγυπτο, το Πατριαρχείο Αντιοχείας στην Συρία, και το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων στην Ιερουσαλήμ. Όπως μπορούμε να διακρίνουμε από τις παραπάνω τοποθεσίες θα διαπιστώσουμε ότι τουλάχιστον τα τρία από τα τέσσερα Πατριαρχεία βρίσκονται σε Μουσουλμανικές χώρες. Το σημαντικό όμως δεν υπόνεται στην παραπάνω πρόταση, αλλά στο ότι η Δημιουργία αυτών των Πατριαρχείων προτερεί κατά αρκετούς αιώνες ακόμα και από την ίδρυση ολόκληρης της Μουσουλμανικής Θρησκείας που έγινε το 6 μόλις αιώνα. Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον όμως να πούμε λίγα λόγια για την ίδρυση των πρεσβηγενών Πατριαρχείων αυτών, και έπειτα να αναφέρουμε και να τα νεοπαγή Πατριαρχεία.


Οικουμενικό πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως



Το Οικουμενικό Πατριαρχείο είναι ένα από τα αρχαιότερα κέντρα της χριστιανικής πατροπαραδοτης εκκλησίας. Ιδρύθηκε ως «επισκοπή Βυζαντίου» από τον Απόστολο Ανδρέα. Πρώτος επίσκοπος τοποθετήθηκε από τον Απόστολο Ανδρέα ο Στάχυς, ακολουθούμενος από εικοσιτέσσερεις άλλους επισκόπους, με τελευταίο τον Άγιο Μητροφάνη.
Η αρχαία πόλη του Βυζαντίου καταστάθηκε αργότερα (331 μ.Χ.) πρωτεύουσα της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από τονΜεγάλο Κωνσταντίνο (306-337 μ.Χ.) με το επίσημο όνομα της Νέας Ρώμης, αλλά έμεινε γνωστή ως Κωνσταντινούπολη. Από το μεγαλείο της θέσης της ως «βασιλίδος των πόλεων» και πρωτεύουσας της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας κατέστη μια ιδιαίτερα σημαντική αξία του χριστιανικού κόσμου.

Η δεύτερη Οικουμενική Σύνοδος το 381 μ.Χ. (Κανών Γ') αναγνώρισε την έδρα της Κωνσταντινουπόλεως ως Πατριαρχείο και της έδωσε τη δεύτερη θέση στα πρεσβεία, ενώ η τέταρτη Οικουμενική Σύνοδος της Χαλκηδόνας στα 451 μ.Χ. (Κανών ΚΗ') την κατέστησε ως πρωτόθρονη εκκλησία της ανατολής και της έδωσε τα πρωτεία μετά την Ρώμης.

Το έτος 595 ο Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης Ιωάννης ο Νηστευτής χρησιμοποίησε τον όρο «Οικουμενικός Πατριάρχης» και ονομάτισε την έδρα του ως «Οικουμενικό Θρόνο», γεγονός που προκάλεσε αντεγκλήσεις και ανταλλαγή επιστολών με τον Πατριάρχη Ρώμης. Κατά τη διάρκεια της πρώτης περιόδου του Πατριαρχείου η δικαιοδοσία του αυξήθηκε βαθμιαία, αν και έμοιαζε μερικές φορές να κηδεμονεύεται από την αυτοκρατορική Αυλή.

Ο Φώτιος Α΄ ο Μέγας, που θεωρείται ο μέγιστος όλων των βυζαντινών πατριαρχών, κατέλαβε τον πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινούπολης το 858. Ήταν εξαίρετος γνώστης και διδάσκαλος της αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας και της φιλοσοφίας καθώς επίσης και της χριστιανικής θεολογίας.

Θεολογικές και λειτουργικές διαφορές όξυναν ακόμα περισσότερο τη διχογνωμία μεταξή των δύο Εκκλησιών ιδιαίτερα μετά τη νορμανδική κατάκτηση της νότιας Ιταλίας, στην οποία κυριαρχούσαν ελληνόφωνοι πληθυσμοί προσκολημένοι στην Ανατολική Εκκλησία. Αυτήν την περίοδο οι Πάπεςπροσπαθούν να εκλατινίσουν τους ελληνικούς πληθυσμούς της Μεγάλης Ελλάδας, γεγονός που οδήγησε στα γεγονότα του 1054, όταν έλαβε χώρα το Σχίσμα μεταξύ των εκκλησιών Ρώμης και Κωνσταντινουπόλεως. Μετά από το μεγάλο Σχίσμα του 1054 το Οικουμενικό Πατριαρχείο προέκυψε ως παγκόσμιο κέντρο της Ορθόδοξης Εκκλησίας και ο προκαθήμενός του αναγνωρίστηκε από τους ορθόδοξους ηγέτες ως «πρώτος μεταξύ ίσων».

Ο άγιος Απόστολος Ανδρέας θεωρείται ο ιδρυτής της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως (τότε Βυζαντίου), ενώ ο σημερινός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, είναι ο 270ος στη σειρά διαδοχής. Έδρα του Πατριαρχείου είναι ο Πατριαρχικός Οίκος του Φαναρίου, όπου βρίσκεται και ο Πατριαρχικός ναός του Αγίου Γεωργίου (1599). Το Πατριαρχείο διοικείται από τη δωδεκαμελή Ενδημούσα Ιερά Πατριαρχική Σύνοδο υπό την προεδρία του Πατριάρχη.

Πατριαρχείο Αλεξανδρείας








Τρίτο τη τάξει μετά τα Πατριαρχεία Ρώμης και Κωνσταντινουπόλεως, το Παλαίφατο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας απετέλεσε στα χρόνια της ακμής του μία από τις λαμπρότερες χριστιανικές εκκλησίες της Ανατολής.Σήμερα ο Πατριαρχικός Θρόνος του Αγίου Μάρκου, κατέχει την πρώτη θέση μεταξύ των ορθοδόξων ανά τον κόσμο Εκκλησιών, στην Ιεραποστολική δράση,πορεία και μαρτυρία, με 26 Ιεραποστολικές Ιερές Μητροπόλεις και Ο χριστιανισμός έκανε νωρίς την εμφάνισή του στην Αλεξάνδρεια, μέσω των Εβραίων της Διασποράς, οι οποίοι είχαν από καιρό μια ακμάζουσα κοινότητα στην περιοχή.

Ιδρυτής της αλεξανδρινής εκκλησίας θεωρείται ο Απόστολος Μάρκος.Η εκκλησιαστική παράδοσή θέλει το Μάρκο να ήρθε στην Αλεξάνδρεια το έτος 42 οπότε και ίδρυσε την εκκλησία της Αλεξάνδρειας, και ήταν ο πρώτος επίσκοπός της για 22 έτη. Ο Μάρκος πέθανε ενώ σερνόταν μέσω των οδών της Αλεξάνδρειας από τον ειδωλολατρικό όχλο, και θάφτηκε σε ένα κοντινό χωριό. Το έτος 828, Ενετοί έμποροι μετέφεραν τα λείψανά του στη Βενετία, και από τότε θεωρείται ως προστάτης της πόλης.4 Ιεραποστολικές Επισκοπές ανά την Αφρικανική Ήπειρο.
Ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας είναι δεύτερος στα πρεσβεία τιμής των πατριαρχών μετά τον Οικουμενικό Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως και κατέχει τον τίτλο «Πάπας και Πατριάρχης της μεγάλης πόλεως Αλεξανδρείας, Λιβύης, Πενταπόλεως, Αιθιοπίας, πάσης γης Αιγύπτου και πάσης Αφρικής, Πατήρ Πατέρων, Ποιμήν Ποιμένων, Αρχιερεύς Αρχιερέων, τρίτος και δέκατος των Αποστόλων και Κριτής της Οικουμένης».

Η ιστορία της εκκλησίας της Αλεξάνδρειας μπορεί να διαιρεθεί στις επόμενες περιόδους: οι πρώτοι τρεις αιώνες (δηλαδή από την ίδρυση της από τον Απόστολο Μάρκο έως τηνπρώτη Οικουμενική Σύνοδο το 325 μ.Χ.) από την πρώτη Οικουμενική Σύνοδο στην αραβική κατάκτηση της Αιγύπτου το 642. Από την αραβική κατάκτηση της Αιγύπτου στοσχίσμα του 867. Από το σχίσμα του 867 έως το 1517 (όταν βρέθηκε η Αίγυπτος κάτω από τον ζυγό των οθωμανών Τούρκων). Από την τουρκική κατάκτηση στην απελευθέρωση της Ελλάδας από τον τουρκικό ζυγό το 1821 και από το 1821 μέχρι σήμερα.

Κατά τη διάρκεια των πρώτων δύο αιώνων της χριστιανικής εποχής, η Αλεξάνδρεια υπέφερε από τις διώξεις που βιώθηκαν από όλες τιςεκκλησίες στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Μεγάλος αριθμός Χριστιανών στην κοινωνία της Αλεξάνδρειας υπέφερε τρομερά, συμπεριλαμβανομένου του πατέρα του ΩριγένηΛεωνίδη, ο οποίος μαρτύρησε για τις χριστιανικές πεποιθήσεις του. Πολλοί Χριστιανοί οδηγήθηκαν στο θάνατο και η πόλη της Αλεξάνδρειας δοκίμασε για μεγάλο διάστημα τη φρίκη και το φόβο.

Το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας είχε τους πιο πολλούς πιστούς έπειτα από το Πατριαχείο Κωνσταντινουπόλεως.
Με τις μονοφυσιτικές έριδες ελαττώθηκε ο πληθυσμός του και οι Κόπτες (Αιγύπτιοι) χωρίστηκαν από τους Ορθοδόξους, τους οποίους ονόμασαν Μελχίτες, γιατί ακολουθούσαν την πίστη του βασιλιά (μέλεχ) της Κωνσταντινουπόλεως. Στο χωρισμό αυτό συνετέλεσαν και φυλετικά αίτια, γιατί το μονοφυσιτισμό ακολούθησαν οι εντόπιοι.
Στην αραβοκρατία (640-1254) η κατάσταση για τους Ορθοδόξους ήταν χειρότερη, γιατί οι Άραβες ευνοούσαν τους Κόπτες οι οποίοι, αν δε βοήθησαν τους Άραβες, έδειξαν παθητική στάση στις αραβικές επιδρομές και την κατάληψη της χώρας.

Το 933 πρώτος αραβόφωνος Πατριάρχης έγινε ο Ευτύχιος που έγραψε χρονικό στην αραβική γλώσσα από την κτίση του κόσμου ως την εποχή του.
Το 1015 όταν ήταν ηγεμόνας ο Χακήμ έγινε διωγμός εξοντωτικός εναντίον των Χριστιανών. Τότε σκότωσαν τον Πατριάρχη Διονύσιο, πολλοί Χριστιανοί αναγκάστηκαν με τη βία να εξισλαμιστούν και καταστράφηκαν χιλιάδες εκκλησίες.

Την εποχή της Δ' Σταυροφορίας υπάρχει πληροφορία ότι ο Πατριάρχης Νικόλαος Γ' ζήτησε με γράμμα τη φιλία του Πάπα Ιννοκεντίου Γ' για να ελαφρώσει από τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε.
Δυτικοί ιστορικοί λένε ότι στην Δ' Σύνοδο του Λατερανού παραβρέθηκε και απεσταλμένος του Πατριάρχη. Αυτά όμως δεν τον ωφέλησαν. Οι Σταυροφόροι έκαναν μονάχα μια επιδρομή στην Αίγυπτο (1365) χωρίς να μείνουν εκεί, επηρέαζαν όμως την κατάσταση, γιατί κυριαρχούσαν στις χώρες κοντά στην Αίγυπτο.
Στις αρχές του ΙΔ' αιώνα εγκαταστάθηκε στην Αλεξάνδρεια Λατίνος Πατριάρχης για τους λίγους Ρωμαιοκαθολικούς που υπήρχαν εκεί.
Η θέση των Χριστιανών είχε γίνει ακόμη χειρότερη όταν κυριάρχησαν οι Μαμελούκοι Τούρκοι (1254-1517) οι οποίοι καταδίωκαν τους Χριστιανούς και ανάγκασαν πολλούς σε εξισλαμισμό. Έτσι με τους διωγμούς αυτούς ο χριστιανικός πληθυσμός ελαττώθηκε και ο ακμαίος ελληνισμός της Αιγύπτου εξαφανίστηκε.
Όταν κυριάρχησαν στην Αίγυπτο οι Οθωμανοί Τούρκοι τα πράγματα άλλαξαν προς το καλύτερο.
Δεν είναι γνωστό πότε εγκαταστάθηκαν πάλι Έλληνες Πατριάρχες στην Αλεξάνδρεια, αφού από την Άλωση έμεναν στην Κωνσταντινούπολη. Στα πρακτικά της Συνόδου της Φλωρεντίας υπογράφει ο Φιλόθεος, Τοποτηρητής του Θρόνου Αλεξανδρείας.

Ο πρώτος Πατριάρχης του εικοστού αιώνα, Φώτιος Πέρογλου (1900 - 1925), προσπάθησε να αυξήσει το γόητρο Πατριαρχείου με την ίδρυση επτά νέων επισκοπών και την επιλογή υψηλής μόρφωσης κληρικών για να καλυφθούν οι κενές θέσεις.
Το 1926, ο Μελέτιος Μεταξάκης, ένας ξεχωριστός και ιδιοφυής ιεράρχης, εξελέγη Πατριάρχης Αλεξανδρείας.
Ένα από τα πρώτα επιτεύγματά του ήταν η δημοσίευση των κανονισμών του Πατριαρχείου της Αλεξανδρείας, στις 15 Μαΐου 1930. Επιτέλους, η οφειλόμενη προσοχή δόθηκε στη ζωή των Μητροπόλεων και των κοινοτήτων, συμπεριλαμβανομένου του τελετουργικού, των μυστηρίων και ακόμη και των δικαστικών πτυχών της ζωής του κλήρου.
Ο Μελέτιος ίδρυσε επίσης τη Σχολή του Αγίου Αθανασίου. Στα χρόνια του, το Πατριαρχείο επόπτευε δέκα μητροπολιτικές επαρχίες, 90 εκκλησίες, 5 μοναστήρια και 107 ιερείς κοινοτήτων. Με πρωτοβουλία του, ένας οργανικός νόμος του ελληνορθόδοξου Πατριαρχείου Αλεξανδρείας συντάχτηκε, καθορίζοντας τον τρόπο με τον οποίο ο Πατριάρχηςθα εκλεγόταν και τα δικαιώματα, τα οποία θα ασκούσε.
Η πατριαρχεία του Χριστοφόρου (1939-1967) θα περιγραφόταν καλύτερα ως περίοδος με μεγάλης κλίμακας προγράμματα ανακαίνισης και αναδιάρθρωσης. Συνδέεται με την ανάληψη της εξουσίας από το στρατηγό Νάσερ και τις πολιτικές εξελίξεις που επακολούθησαν στην Αιγυπτιακή Δημοκρατία. Επακολούθησε σημαντική μείωση του ελληνικού πληθυσμού. Γεγονός που έφερε σε δυσχερή θέση το Πατριαρχείο.
Στην προσπάθεια διασώσεως του ελληνορθόδοξου κέντρου νέες επισκοπές οργανώθηκαν σε όλη τη μαύρη ήπειρο και επίσημη αναγνώριση χορηγήθηκε στις αφρικανικές ορθόδοξες κοινότητες. Αυτή η κίνηση βοήθησε τις ιεραποστολικές δραστηριότητες του Πατριαρχείου.
Οι επόμενοι δύο Πατριάρχες, ο Νικόλαος ΣΤ΄(1968-1986) και ο Παρθένιος (1987-1996) προσπάθησαν επιτυχώς να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες. Πολλά προγράμματα εκτελέσθηκαν, και ιδιαίτερη προσοχή δόθηκε στις ιεραποστολικές προσπάθειες στο εξωτερικό.

Την 9η Οκτωβρίου 2004 εξελέγη παμψηφεί από την Ιεραρχία του Αλεξανδρινού Θρόνου Πάπας και Πατριάρχης Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής ο από Ζιμπάμπουε Θεόδωρος Β΄ (Χορευτάκης)

Πατριαρχείο Αντιοχείας

Το Αυτοκέφαλο Ελληνορθόδοξο Πατριαρχείο της Μεγάλης Θεουπόλεως Αντιοχείας Συρίας, Αραβίας, Κιλικίας, Ιβηρίας και Μεσοποταμίας και πάσης Ανατολής, όπως είναι ο πλήρης τίτλος του, τρίτο στην τιμητική τάξη μετά από τις εκκλησίεςΚωνσταντινουπόλεως και Αλεξανδρείας και τέταρτο κατά το προ του Σχίσματος τυπικό που περιελάμβανε και το Πατριαρχείο Ρώμης, είναι η μεγαλύτερη ελληνορθόδοξη και σήμερα αραβόφωνη χριστιανική εκκλησία στη Μέση Ανατολή. Από το 1343 η έδρα του Πατριαρχείου βρίσκεται στη Δαμασκό της Συρίας.

Η διασημότερη βιβλική αναφορά σχετικά με την Αντιόχεια έχει να κάνει με το ότι ήταν σε αυτή την πόλη όπου οι οπαδοί του Χριστούπρώτη φορά χλευαστικά αναφέρθηκαν ως «Χριστιανοί» (Πράξεις των Αποστόλων 11,26). Στο βιβλίο των Πράξεων, που προσφέρει έναν απολογισμό των πρώτων ετών της Εκκλησίας, η Αντιόχεια είναι η δεύτερη σε αναφορές πόλη. Ο Νικόλαος, ένας από τους επτά Διακόνους ήταν νεοφώτιστος από την Αντιόχεια και ίσως ο πρώτος Χριστιανός της πόλης (Πράξεις των Αποστόλων 6,5). Κατά τη διάρκεια του διωγμού που προκάλεσε τον θάνατο του πρωτομάρτυρα Στεφάνου, μέλη της πρώτης χριστιανικής κοινότητας τηςΙερουσαλήμ κατέφυγαν στην Αντιόχεια προκειμένου να βρουν καταφύγιο.
Η εκκλησιαστική παράδοση υποστηρίζει ότι η Εκκλησία της Αντιοχείας ιδρύθηκε από τον Απόστολο Πέτρο το 34. Ο Πέτρος συνεπικουρούμενος από τους Αποστόλους Παύλο και Βαρνάβα κήρυξε στους εθνικούς και τους Εβραίους, οι οποίοι φαίνεται να ήταν πολυάριθμοι στην πόλη. Εκεί εκδηλώθηκε και μια από τις πρώτες συγκρούσεις στην εκκλησία μεταξύ Πέτρου και Παύλου. Η σύγκρουση είχε ως αιτία την ανάγκη περιτομής των νεοφώτιστων εθνικών χριστιανών. Η Αποστολική Σύνοδος της Αντιοχείας, υπό τον Ιάκωβο τον Αδελφόθεο, αποφάσισε ότι δε χρειαζόταν περιτομή για την είσοδο στον χριστιανισμό και απάλλαξε τους εξ εθνών Χριστιανούς από την ανάγκη τηρήσεως του Μωσαϊκού νόμου.
Μετά από περίπου επτά έτη παραμονής στην Αντιόχεια ο Πέτρος αναχώρησε για τη Ρώμη. Ως επίσκοπο της πόλης όρισε τονΕυόδιο, ο οποίος αριθμείται στους πρώιμους επισκοπικούς καταλόγους ως πρώτος διάδοχος του Πέτρου στον Αντιοχειανό Θρόνο.
Ο Πέτρος ήταν ο πρώτος που έλαβε τον τίτλο του «Πατριάρχη» επειδή ο χριστιανισμός διαδόθηκε αρχικά μεταξύ των Εβραίων, των οποίων ο Πέτρος θεωρούνταν, μέσα στο χριστιανικό περιβάλλον, φυλετικός αρχηγός. Η απόδοση από τη Σύνοδο της Χαλκηδόνος (451) του τίτλου του «Πατριάρχη» προς τον επίσκοπο Αντιοχείας υπήρξε η τυπική αναγνώριση της ακολουθούμενης πρακτικής.Η Έδρα της Αντιοχείας συνέχισε να συνεισφέρει στην καθολική εκκλησία μέσω των πολυάριθμων σημαντικών προσωπικοτήτων που ανέδειξε. Ο Άγιος Ιγνάτιος Αντιοχείας, δεύτερος διάδοχος του Αποστόλου Πέτρου στην επισκοπή, που μαρτύρησε κατά τη διάρκεια της βασιλείας του αυτοκράτορα Τραϊανούαναδείχτηκε ως συγγραφέας μία από τις πλέον αξιόπιστες ιστορικές πηγές για τη δομή της τότε εκκλησιαστικής ζωής.

Με την έλευση των Σταυροφόρων ιδρύθηκε Λατινικό Πατριαρχείο. Ο Ορθόδοξος Πατριάρχης αναγκάστηκε να φύγει και έμενε συνήθως στην Κωνσταντινούπολη, έτσι ο θρόνος έμεινε κενός για 50 χρόνια. Το 1155 ο Μανουήλ Κομνηνός πήρε την Αντιόχεια από τους Λατίνους, μπήκε σ' αυτήν θριαμβευτικά και τους υποχρέωσε να δεχτούν Ορθόδοξο Πατριάρχη, τον Ιωάννη Θ' που είχε χειροτονηθεί στην Κωνσταντινούπολη, αργότερα όμως πάλι οι Πατριάρχες δεν έμεναν στην έδρα τους, όπως ο Θεόδωρος Βαλσαμών που χειροτονήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και δεν μετέβη ποτέ στην Αντιόχεια. Οι Πατριάρχες Αντιοχείας παρέμεναν στην Κωνσταντινούπολη έως την εκδίωξη των ευρωπαϊκών στρατών το 1268. Στα 1343 αποφασίστηκε η μεταφορά της έδρας του Πατριαρχείου στη Δαμασκό, τη σημαντικότερη πόλη στη Συρία, δεύτερη μετά την Αντιόχεια όσον αφορά τη μητροπολιτική σημασία της. Επίσκοπος Δαμασκού ήταν τότε ο Ιωακείμ, 58ος στη σειρά μετά τον πρώτο Επίσκοπο της πόλης Ανανία.
Αυτή την εποχή, η οθωμανική διοίκηση της Συρίας επέτρεψε την έντονη δράση του λατινικού προσηλυτισμού. Εξ αιτίας αυτού του γεγονότος υπήρξε εξασθένηση του Πατριαρχείου, γεγονός που προέτρεψε τους Πατριάρχες να ζητήσουν ενίσχυση και δωρεές από τον υπόλοιπο ορθόδοξο κόσμο.
Ο Πατριάρχης Μακάριος Γ' (1647 - 1685) ενίσχυσε τον Ρωμαιοκαθολικισμό και η ορθοδοξία κινδύνεψε. Πολλά υπέφερε πάλι το Πατριαρχείο, όταν έγινε Πατριάρχης ο Κύριλλος, έφηβος 15 χρονών. Όταν ο λαός ξεσηκώθηκε εναντίον του το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως εξέλεξε Πατριάρχη τον Νεόφυτο (1672).
Λόγω της έντονης δράσης του καθολικισμού και του αντίκτυπου που είχε στις εκλογές Πατριαρχών, ο λαός και οι Επίσκοποι του Πατριαρχείου ζήτησαν από το Οικουμενικό Πατριαρχείο να τους στείλει Έλληνα Πατριάρχη, με σκοπό τη διατήρηση της ορθοδοξίας στην περιοχή. Η ελληνική παρουσία στην κεφαλή της Αντιοχειανής Εκκλησίας διήρκεσε από το 1724 έως το 1898. Το 1774 οι Ρωμαιοκαθολικοί ίδρυσαν το «Πατριαρχείο των Γραικομελχιτών» για τους Ορθοδόξους που έγιναν Ρωμαιοκαθολικοί. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο κάλεσε δυο αντιπαπικές συνόδους το 1722 και 1727 και με πολλούς άλλους τρόπους προσπαθούσε ν' αντιδράσει στις προσηλυτιστικές ενέργειες των Ρωμαιοκαθολικών.
Ο αρχιμανδρίτης Πορφύριος Ουσπένκη επισκέφθηκε τη Συρία και την Παλαιστίνη και διαπίστωσε ότι μπορούσε να αναπτυχθεί εκεί ρωσόφιλη κίνηση. Ιδρύθηκε στη Ρωσία η «Ορθόδοξος Ρωσική Αυτοκρατορική Παλαιστίνειος Εταιρεία» το 1882 με σκοπό να προωθήσει τα ρωσικά συμφέροντα στη Μέση Ανατολή, όπου ίδρυσαν σχολεία, νοσοκομεία και μοναστήρια.



Σήμερα το Πατριαρχείο βρίσκετε υπό τον Πατριάρχη Ιωάννη Ι'

Πατριαρχείο Ιεροσολύμων


   Η Ιστορία τού Ελληνορθοδόξου Πατριαρχείου Ιεροσολύμων, ή άλλως τού «Ρωμαϊκού Πατρι­αρχείου» (Deir Rum), είναι ιστορία αγιότητος, μαρτυρίου καί διαρκών αγώνων υπέρ τής Εκκλησίας τού Χριστού καί τού χριστεπωνύμου αυτής ποιμνίου.
       Α'. Η Ίδρυσις τής Εκκλησίας Ιεροσολύμων ανάγεται εις αυτήν τήν ημέραν τής Πεντηκοστής καί τής καθόδου τού Αγίου Πνεύματος επί τήν Ιερουσαλήμ, από τής οποίας οι Άγιοι Απόστολοι, δι' εντολής τού Αναστάντος Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, διέσπειραν τό κήρυγμα τού Ευαγγελίου εις άπασαν τήν οικουμένην. Πρώτος Επίσκοπος τής Εκκλησίας Ιεροσολύμων ανεδείχθη ο ιερομάρτυς Απόστολος Άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος (†62 μ.Χ.).
       Μετά τούς πρώτους κατά τών Χριστιανών διωγμούς υπό τού ραββινικού Ιουδαϊσμού καί τήν καταστροφήν τών Ιερο-σολύμων υπό τών Ρωμαίων τού στρατηγού Τίτου (70 μ.Χ.), έδρα τής Εκκλησίας τών Ιεροσολύμων ανεδείχθη η πόλις Πέλλα, επί τής ανατολικής πλευράς τού ποταμού Ιορδάνου: τότε καί η Εκκλησία τής Αγίας Γής προσέλαβε πλείστους Έλληνας, τούς απογόνους τών κατακτήσεων τού Μεγάλου Αλεξάνδρου, καί καθώς ο αριθμός τών Ιουδαίων Χριστιανών εμειούτο, η Εκκλησία αύτη καθίστατο ολονέν περισσότερον ελληνική, εξηπλώθη δέ εις άπασαν τήν Παλαιστίνην. Μέρος αυτής επέστρεψε καί κατώκησεν εις Ιεροσόλυμα.


       Τά τελευταία μέλη τής εν Πέλλη ελληνικής Εκκλησίας επέστρεψαν καί εγκατεστάθησαν μετά τήν επανάστασιν τού ΒάρΚόχβα (135μ.Χ.) εις Ιερουσαλήμ, η οποία τότε μετετράπη εις απηγορευμένην διά τούς Ιουδαίους ρωμαϊκήν αποικίαν, τήν Αιλίαν Καπιτωλίναν, τά δέ ιερά Προσκυνήμα­τα ευρίσκοντο κεχωσμένα υπό τήν γήν, καί ειδωλολατρικοί ναοί είχον κτισθή επ' αυτών.


       Τήν εποχήν αυτήν πρωτεύουσαν θέσιν εις τήν οργάνωσιν τής Εκκλησίας τής Αγίας Γής είχεν η πόλις Καισάρεια, ως Μητρόπολις εις τήν οποίαν υπήγετο η Επισκοπή Αιλίας, δηλ. Ιεροσολύμων. Οι Χριστιανοί τής Αγίας Γής υπέστησαν σκλη­ρούς διωγμούς υπό τών Ρωμαίων Αυτοκρατόρων Αδριανού, Δεκίου, Διοκλητιανού καί Μαξιμίνου, κατά τούς οποίους ανεδείχθησαν πολλοί Μάρτυρες.

 Περίοδον ακμής εγνώρισαν τά Ιεροσόλυμα από τής επικρατήσεως τού Αγίου Βασιλέως καί Ισαποστόλου Κων­σταντίνου τού Μεγάλου (324 μ.Χ.), έως καί τών αρχών τού 7ου αι. Τή βοηθεία τού Αγίου Κωνσταντίνου η Βασιλομή­τωρ Αγία Ελένη, ευρούσα τόν Τίμιον Σταυρόν καί τό κενόν Μνήμα τής τού Χριστού Αναστάσεως, ανέδειξε καί εκόσμησε καί άπαντα τά λοιπά Πάνσεπτα Προσκυνήματα τής επί γής οικονομίας τού Θεού Λόγου, τού Κυρίου Ιησού Χριστού, οικοδομήσασα περί τούς εικοσιπέντε πανευμόρφους ιερούς Να­ούς, επί τού Παναγίου Τάφου, τού Φρικτού Γολγοθά, τής Ευρέσεως τού Τιμίου Σταυρού, τού Θεοδέγμονος Σπηλαίου τής Γεννήσεως, τού τόπου τής τού Κυρίου Αναλήψεως κ.ά. Αγίων Τόπων (326-335 μ.Χ.).

Η περίοδος τών μεγάλων δεινών διά τό Πατριαρχείον τών Ιεροσολύμων, διήρκεσε υπέρ τήν χιλιετίαν, παρά τήν εύνοιαν διά τής οποίας ο πορθητής τών Ιεροσολύμων, Ομάρ ίμπν Αλ-Χαττάπ, αντεμετώπισε τούς Χριστιανούς καί τόν Πα­τριάρχην των, άγιον Σωφρόνιον: ο Χαλίφης Ομάρ δι΄ ειδικού διατάγματος (αχτιναμέ) ανεγνώριζεν εις τόν Πατριάρχην τού «βασιλικού έθνους» (δηλ. τών Ρωμηών) τήν ιδιότητα εθνάρχου καί πνευματικού ηγέτου πάντων τών Χριστιανών τής Παλαιστίνης, ακόμη καί τών ετεροδόξων, ως επίσης καί πρεσβεία τιμής μεταξύ πάντων τών Χριστιανών αρχηγών, προσέφερε δέ εις αυτόν εγγυήσεις ευνοίας, ασφαλείας καί φορολογικής ασυδοσίας από μέρους τών μελλόντων Μουσουλμάνων ηγεμόνων.
       Όμως, οι διάδοχοί του, αυθαίρετοι Άραβες ηγεμόνες, υπήρξαν σκληρότατοι: η χριστιανική κοι­νότης ήρχισε νά πλήττεται υπό συντόνων προσπαθειών εξισλαμισμού καί αφελληνισμού αυτής.

Οι σταυροφόροι επέδειξαν έναντι τών ηττηθέντων Μουσουλμάνων άκρως αντίθετον συμπεριφοράν αυτής τήν οποίαν είχε δείξει ο Ομάρ Χαττάπ εις τούς ηττηθέντας Ρωμηούς τών Ιεροσολύμων, καί προέβησαν εις φρι­κτάς σφαγάς: αλλά καί η Ορθόδοξος Εκκλησία υπέστη τά συμπαρομαρτούντα τή φραγκολατινική παρουσία δει­νά. 

Οι Πατριάρχαι Ιεροσολύμων ευρίσκοντο εν εξορία επί 88 έτη εις Κωνσταντινούπολιν, τήν δέ θέσιν αυτών εις Ιεροσόλυμα ανεπλήρου, τή αδεία τών σταυροφόρων, ο Ηγούμενος τής Λαύρας τού Αγίου Σάββα. Η επιβολή τής λατινικής εκκλησίας επί τού Ορθοδόξου κλήρου υπήρξε βιαία, καί τά Πάνσεπτα Προσκυνήματα παρεχωρήθησαν εις τόν λατι­νικόν, μεταφερθέντα εκ τής Δύσεως, κλήρον, ενώ οι Αγιοταφίται διετήρησαν τό δικαίωμα νά διαχειρίζωνται τόν Ναόν τής Ευρέσεως τού Τιμίου Σταυρού καί νά λειτουργούν ελληνιστί εις τόν Πανάγιον Τάφον καί εις Βηθλεέμ, επίσης διετή­ρησαν καί πολλάς Μονάς εκτός Ιεροσολύμων, εντός δέ τής Αγίας Πόλεως τό παρά τήν πύλην Δαυίδ μετόχιον τής Λαύ­ρας τού Αγίου Σάββα, τό οποίον υπήρξε καί τό κέντρον των, καί τήν Μονήν τής Μεγάλης Παναγίας.

Η ήττα τών σταυροφόρων υπό τών Μαμελού­κων τού Σαλάχ εδ Δίν εν έτει 1187, επί τών υψωμάτων Χατ­τίν πλησίον τής Τιβεριάδος, έδωκε καί πάλιν τά Ιεροσόλυμα εις τάς χείρας τού Ισλάμ, μολονότι η τελική απομάκρυνσις τών σταυροφόρων από τής Αγίας Γής ήλθε μετά τήν ήτταν αυτών εν Πτολεμαΐδι τώ 1291.  Ο Σαλάχ εδ Δίν, τηρών εκ σεβασμού τό διάταγμα τού Ομάρ Χαττάπ, επέστρεψε πά­ντα τά Προσκυνήματα εις τούς Έλληνας, όμως μερικοί ανώ-τατοι διοικητικοί αυτού υπάλληλοι παρεχώρησαν μερικούς προσκυνηματικούς χώρους εις τούς μονοφυσίτας Κόπτας καί Αβησσυνούς (Αιθίοπας). Η στάσις τών Μαμελούκων έναντι τού Ελληνικού, Ρωμέηκου, Πατριαρχείου ήλλαξεν εις τάς αρχάς τού 14ου αι., καί ήρξαντο μακρόχρονοι διωγ­μοί κατά τών Χριστιανών, εις τό πλαίσιον τών οποίων καί ο Ναός τής Αναστάσεως, αργότερον, επί Πατριάρχου Ιωακείμ (1431-), παρ' ολίγον θά εγίνετο ισλαμικόν τέμενος. Περί τό έτος 1334 ενεφανίσθησαν εις Ιεροσόλυμα καί εγκατεστάθησαν επί τού λόφου τής Σιών οι Φραγκισκανοί, ενώ παραλλήλως ενισχύθη η παρουσία τών Ιακωβιτών καί Αρμενίων, αντιστάθμισμα αυτής υπήρξεν η έλευσις πολλών Γεωργιανών καί Σέρβων Ορθοδόξων Μοναχών, η οποία ενίσχυσε τήν ελληνορθόδοξον αγιοταφιτικήν παρουσίαν, άν καί όχι πάντοτε άνευ περιπλοκών. 

ό τέλος τού 18ου αι. έφερε στροφήν εις τήν περί τό προσκυνηματικόν καθεστώς εξέλιξιν τών διπλωματικών πραγμάτων, πρός τήν παγίωσιν τού καθεστώτος, ως σήμερον γνωρίζομεν τούτο, ήρχισε δέ καί τήν διαδικασίαν εσωτερικής οργανώσεως καί οικονομικής ανορθώσεως τού Πατριαρχεί­ου.
       Η Συνθήκη τού Κιουτσούκ Καϊναρτζή (1774) υπεχρέωνε τήν Τουρκίαν νά δεσμευθή περί τής βελτιώσεως τού βίου τών Χριστιανών υπηκόων της καί νά αναγνωρίση εις τήν Ρωσίαν πρόσωπον προστάτου τών Χριστιανών τών Αγίων Τόπων. 

 Αι κατά τά τελευταία έτη πολεμικαί συρράξεις εις τήν πε­ριοχήν τής Μέσης Ανατολής καί τά παρεπόμενα προβλήμα­τα ωδήγησαν εις τήν, εισέτι συνεχιζομένην, αποψίλωσιν τού χριστιανικού πληθυσμού εν τή Αγία Γή. Η Σιωνίτις Εκκλησία έχεται, παρά ταύτα, τής αποστολής αυτής επί τής καθοδηγή­σεως τού ποιμνίου αυτής εις νομάς σωτηρίους καί τής δια­τηρήσεως τού λειτουργικού χαρακτήρος τών Προσκυνημά­των, παρά τοίς οποίοις αι τήν Αλήθειαν αναζητούσαι ψυ­χαί, εντοπίων καί προσκυνητών, ευρίσκουσι τόν Καλόν αυτών Ποιμένα, εκεί όπου Ούτος διά τού Σταυρού καί τής Αναστάσεως «σωτηρίαν ειργάσατο εν μέσω τής γής» (Ψαλμ. 73, 12).

Σήμερα στην έδρα του Πατριαρχείου Βρίσκετε ο Πατριάρχης Θεόφιλος Γ
΄


Στο επόμενο Κομμάτι του Αφιερώματος θα δούμε την Ιστορία των πέντε νεοπαγών Πατριαρχείων

(Συνεχίζετε)

Βιβλιογραφία και Πηγές

  1. http://www.imalex.gr/0862107D.el.aspx
  2. http://www.impantokratoros.gr/JerusalemPatriarchate-History.el.aspx

  3. http://www.romiosini.org.gr/9cd4f22a.el.aspx

  4. http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9F%CE%B9%CE%BA%CE%BF%CF%85%CE%BC%CE%B5%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CF%8C_%CF%80%CE%B1%CF%84%CF%81%CE%B9%CE%B1%CF%81%CF%87%CE%B5%CE%AF%CE%BF_%CE%9A%CF%89%CE%BD%CF%83%CF%84%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B9%CE%BD%CE%BF%CF%85%CF%80%CF%8C%CE%BB%CE%B5%CF%89%CF%82#.CE.8A.CE.B4.CF.81.CF.85.CF.83.CE.B7_.CF.84.CE.BF.CF.85_.CE.9F.CE.B9.CE.BA.CE.BF.CF.85.CE.BC.CE.B5.CE.BD.CE.B9.CE.BA.CE.BF.CF.8D_.CE.A0.CE.B1.CF.84.CF.81.CE.B9.CE.B1.CF.81.CF.87.CE.B5.CE.AF.CE.BF.CF.85

  5. http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A0%CE%B1%CF%84%CF%81%CE%B9%CE%B1%CF%81%CF%87%CE%B5%CE%AF%CE%BF_%CE%91%CE%BB%CE%B5%CE%BE%CE%B1%CE%BD%CE%B4%CF%81%CE%B5%CE%AF%CE%B1%CF%82

  6. http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A0%CE%B1%CF%84%CF%81%CE%B9%CE%B1%CF%81%CF%87%CE%B5%CE%AF%CE%BF_%CE%91%CE%BD%CF%84%CE%B9%CE%BF%CF%87%CE%B5%CE%AF%CE%B1%CF%82

  7. http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A0%CE%B1%CF%84%CF%81%CE%B9%CE%B1%CF%81%CF%87%CE%B5%CE%AF%CE%BF_%CE%99%CE%B5%CF%81%CE%BF%CF%83%CE%BF%CE%BB%CF%8D%CE%BC%CF%89%CE%BD

Δημοσίευση σχολίου

 
Top